Flivver: ουσιαστικό
/ˈflɪvər/
Η λέξη flivver είναι ένα αργκό όρο που χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε ένα μικρό, χαμηλού κόστους αυτοκίνητο. Συχνά συνδέεται με αυτοκίνητα που είναι παλιά ή σε κακή κατάσταση. Στους αγγλόφωνους, η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στο προφορικό λόγο.
Η λέξη δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη στην καθημερινότητα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε συζητήσεις σχετικά με παλιά οχήματα ή ιστορικές αναφορές στην αυτοκινητοβιομηχανία. Συνήθως θεωρείται μέρος μιας πιο χαλαρής, ανεπίσημης γλώσσας.
Το παλιό φλιβερ δυσκολευόταν να ανέβει τον λόφο.
He bought a flivver for his first car, and it was quite a ride.
Αγοράσε ένα φλιβερ για το πρώτο του αυτοκίνητο, και ήταν μία αρκετά ενδιαφέρουσα εμπειρία.
Everyone remembers the flivvers from their youth, rattling down the streets.
Η λέξη "flivver" χρησιμοποιείται συνήθως σε περιπέτειες που περιλαμβάνουν αυτοκίνητα. Μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη αυτή περιλαμβάνουν:
«Οδήγηση σε ένα φλιβερ» — χρησιμοποιείται για να προκαλέσει νοσταλγία για πιο απλές εποχές.
"Just a flivver to get by" — referring to an inexpensive choice that is suitable for basic transportation.
«Απλά ένα φλιβερ για να περάσεις» — αναφέρεται σε μια φθηνή επιλογή που είναι κατάλληλη για βασικές μεταφορές.
"Flivver days" — reminiscent of the days when such cars were common.
Η λέξη flivver προέρχεται πιθανότατα από την αργκό που χρησιμοποιούσε η αυτοκινητοβιομηχανία στις Ηνωμένες Πολιτείες γύρω στα 1910 και 1920, πιθανόν σε συνδυασμό με τη λέξη "flibbertigibbet," που σημαίνει επιπόλαιος ή άστατος.
Συνώνυμα: - Small car - Jalopy (παλιό, κακοσυντηρημένο αυτοκίνητο)
Αντώνυμα: - Luxury car - High-end vehicle
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν έναν ευρύ ορίζοντα για την κατανόηση της λέξης "flivver" και τη χρήση της στην αγγλική γλώσσα.