Το "flow gain" είναι φράση που χρησιμοποιείται κυρίως ως ουσιαστικό.
/ floʊ ɡeɪn /
Η φράση "flow gain" αναφέρεται σε μια αύξηση ή κέρδος στην ροή ενός συστήματος. Χρησιμοποιείται συχνά σε τομείς όπως η μηχανική, η κλιματική και η υδρολογία. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται στην αύξηση του όγκου ενός ρευστού που περνά από μια συγκεκριμένη διατομή ή στη βελτίωση των συνθηκών που επιτρέπουν μεγαλύτερη ροή.
Η χρήση της φράσης "flow gain" είναι πιο κοινή σε τεχνικά και επιστημονικά γραπτά παρά στον προφορικό λόγο.
Το κέρδος ροής στο νέο σχέδιο σωλήνα έχει βελτιώσει σημαντικά την αποδοτικότητα.
Engineers are measuring the flow gain to optimize the water supply system.
Οι μηχανικοί μετρούν το κέρδος ροής για να βελτιστοποιήσουν το σύστημα παροχής νερού.
A higher flow gain means better performance in hydraulic systems.
Η φράση "flow gain" δεν έχει ευρέως χρησιμοποιούμενες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες αλληγορικές εκφράσεις, όπως:
Η αναγνώριση του κέρδους ροής είναι κρίσιμη για τις επιτυχείς εκβάσεις ενός έργου.
"The flow gain strategy was crucial during our water conservation efforts."
Η στρατηγική κέρδους ροής ήταν κρίσιμη κατά τις προσπάθειές μας για εξοικονόμηση νερού.
"Understanding the flow gain can lead to more sustainable engineering solutions."
Ο όρος "flow" προέρχεται από την Αγγλική λέξη "flow" που σημαίνει ροή, ενώ ο όρος "gain" προέρχεται από το παλιό Αγγλικό "gan" που σημαίνει κερδίζω ή αποκτώ. Μαζί δημιουργούν τη φράση που αναφέρεται σε κέρδος από ροή.
Συνώνυμα: - flow increase (αύξηση ροής) - fluid gain (κέρδος ρευστού)
Αντώνυμα: - flow loss (απώλεια ροής) - flow reduction (μείωση ροής)