Η φράση "fluid-flow rate" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈfluɪd floʊ reɪt/
Ο όρος "fluid-flow rate" αναφέρεται στην ποσότητα υγρού που διέρχεται από μια συγκεκριμένη διατομή σε μια μονάδα χρόνου. Συνήθως εκφράζεται σε μονάδες όπως λίτρα ανά δευτερόλεπτο (L/s) ή κυβικά μέτρα ανά ώρα (m³/h). Χρησιμοποιείται κυρίως σε πεδία όπως η μηχανολογία, η υδραυλική και η επιστήμη των υλικών, όπου η ροή υγρών είναι κρίσιμη για την ανάλυση και την σχεδίαση συστημάτων.
Η χρήση του όρου είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτά κείμενα και τεχνικές αναφορές, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικές συζητήσεις ειδικών στον τομέα.
The fluid-flow rate in the pipeline is crucial for maintaining efficient operations.
Η ροή υγρού στην σωλήνωση είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της αποδοτικής λειτουργίας.
Engineers need to monitor the fluid-flow rate to ensure that the system operates within safe limits.
Οι μηχανικοί πρέπει να παρακολουθούν τον ρυθμό ροής υγρού για να διασφαλίσουν ότι το σύστημα λειτουργεί εντός ασφαλών ορίων.
A high fluid-flow rate can lead to erosion in the pipes over time.
Ένας υψηλός ρυθμός ροής υγρού μπορεί να προκαλέσει διάβρωση στις σωληνώσεις με την πάροδο του χρόνου.
Ο όρος "fluid-flow rate" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά οι σχετικές έννοιες μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε διαφορετικά πλαίσια. Ακολουθούν μερικές προτάσεις με σχετικές εφαρμογές:
The fluid-flow rate should not be taken lightly in hydraulic systems.
Ο ρυθμός ροής υγρού δεν πρέπει να υποτιμάται σε υδραυλικά συστήματα.
When designing the reservoir, the fluid-flow rate was a key factor in the calculations.
Κατά τον σχεδιασμό του ταμιευτήρα, ο ρυθμός ροής υγρού ήταν ένας κρίσιμος παράγοντας στους υπολογισμούς.
Any changes in the fluid-flow rate can significantly affect the performance of the machinery.
Οποιεσδήποτε αλλαγές στον ρυθμό ροής υγρού μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την απόδοση της μηχανής.
Ο όρος "fluid" προέρχεται από τη λατινική λέξη fluidus, που σημαίνει "ροής" ή "ρευστό". Η λέξη "flow" προέρχεται από την αρχαία αγγλική flowan, που σημαίνει "να ρέει", και "rate" προέρχεται από τη λατινική λέξη ratia, που σημαίνει "λογική" ή "αναλογία".
Συνώνυμα: - Ρυθμός ροής - Ροή υγρού
Αντώνυμα: - Στασιμότητα - Παύση ροής