Ουσιαστικό
/ˈfoʊldɪd pleɪt/
Ο όρος "folded plate" αναφέρεται συνήθως σε πλάκες ή επιφάνειες που έχουν υποστεί διαδικασία δίπλωσης ή στροφής για να αποκτήσουν ιδιαίτερη μορφή ή λειτουργικότητα. Στη μηχανική και την αρχιτεκτονική, οι "folded plates" χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν δομές που είναι ταυτόχρονα ελαφρές και ανθεκτικές. Ο όρος αυτός εμφανίζεται συχνά σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα, γεγονός που δείχνει ότι χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο.
The architect designed a building with a folded plate roof.
Ο αρχιτέκτονας σχεδίασε ένα κτίριο με στέγη από διπλωμένο πιάτο.
Engineers often analyze the strength of folded plate structures.
Οι μηχανικοί συχνά αναλύουν τη δύναμη των δομών από διπλωμένα πιάτα.
The use of folded plates in modern architecture is gaining popularity.
Η χρήση διπλωμένων πιάτων στη σύγχρονη αρχιτεκτονική κερδίζει δημοτικότητα.
Ο όρος "folded plate" δεν είναι ευρέως διαδεδομένος σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, εδώ είναι κάποιες παραδείγματα που δείχνουν πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικά συμφραζόμενα.
The folded plate design allows for better weight distribution.
Ο σχεδιασμός του διπλωμένου πιάτου επιτρέπει καλύτερη κατανομή βάρους.
Using folded plates can simplify the construction process.
Η χρήση διπλωμένων πιάτων μπορεί να απλοποιήσει τη διαδικασία κατασκευής.
The engineer ensured that the folded plate sections fit together perfectly.
Ο μηχανικός διασφάλισε ότι οι ενότητες του διπλωμένου πιάτου ταιριάζουν τέλεια.
A folded plate can reduce material usage while maintaining strength.
Ένα διπλωμένο πιάτο μπορεί να μειώσει τη χρήση υλικών διατηρώντας τη δύναμη.
Η λέξη "folded" προέρχεται από το ρήμα "to fold", που σημαίνει να διπλώνω, και η λέξη "plate" προέρχεται από τη λατινική λέξη "platus", που σημαίνει πλατύς. Μαζί, οι δύο λέξεις σχηματίζουν μια έννοια που περιγράφει ένα επίπεδο αντικείμενο που έχει υποστεί δίπλωμα.
Συνώνυμα: - bent plate - curved surface
Αντώνυμα: - flat plate - unfolded plate