Ο όρος "foliage" είναι ένα ουσιαστικό.
/fˈoʊliɪdʒ/
Η λέξη "foliage" αναφέρεται σε όλα τα φύλλα ενός φυτού ή δέντρου, ειδικά όταν αυτά είναι πυκνά και πράσινα. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την έντονη παρουσία φύλλων στην αναδυόμενη φύση, όπως το καλοκαίρι ή στην άνοιξη. Η λέξη εμφανίζεται κυρίως σε γραπτό λόγο, συχνά σε πλαίσια που αφορούν τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, τη βιολογία, ή την κηπουρική.
Η λέξη "foliage" δεν είναι ό,τι πιο καθημερινό, αλλά συναντάται σε περιγραφές και ακαδημαϊκά κείμενα σχετικά με τη φύση. Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό κείμενο παρά στον προφορικό λόγο.
Ο κήπος ήταν όμορφος με τα ζωντανά του πράσινα και την πυκνή φυλλωσιά.
In autumn, the foliage changes color, creating a stunning landscape.
Η λέξη "foliage" χρησιμοποιείται λιγότερο σε idiomatic expressions, αλλά παρουσιάζει σημαντική παρουσία σε περιγραφές της φυσικής ομορφιάς.
Το πάρκο ζωντάνευε με την φυλλωσιά της άνοιξης, προσκαλώντας τους επισκέπτες να απολαύσουν πικνίκ.
As the foliage thickens, it becomes an excellent habitat for many species.
Η λέξη "foliage" προέρχεται από τη Γαλλική λέξη "feuillage," η οποία πηγάζει από το Λατινικό "folium," που σημαίνει "φύλλο."
Συνώνυμα: - Leaves - Greenery - Vegetation
Αντώνυμα: - Bare - Leafless - Desolate