forensic - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

forensic (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο (adjective) και ουσιαστικό (noun).

Φωνητική μεταγραφή

/ˈfɔː.rən.sɪk/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "forensic" αναφέρεται σε δραστηριότητες που σχετίζονται με τη νομική επιστήμη ή την ποινική έρευνα. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαδικασίες ή έρευνες που έχουν εφαρμογή στη δικαστική διαδικασία, συχνά σε περιπτώσεις εγκλημάτων.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά

Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά και επιστημονικά συμφραζόμενα. Η χρήση της είναι πιο νόμιμη σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Forensic evidence played a crucial role in solving the case.
    Δικαστική τεκμηρίωση έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη λύση της υπόθεσης.

  2. The forensic expert was called to testify in court.
    Ο ιατρικοδικαστικός ειδικός κλήθηκε να καταθέσει στο δικαστήριο.

  3. Forensic investigations can uncover hidden evidence.
    Εγκληματολογικές έρευνες μπορούν να αποκαλύψουν κρυφή τεκμηρίωση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "forensic" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ποινική δικαιοσύνη και τις ερευνητικές διαδικασίες:

  1. Forensic science is vital in crime scene investigations.
    Η εγκληματολογία είναι ζωτικής σημασίας στις έρευνες σκηνών εγκλήματος.

  2. Forensic analysis can provide crucial insights into the events.
    Η εγκληματολογική ανάλυση μπορεί να προσφέρει καθοριστικές πληροφορίες σχετικά με τα γεγονότα.

  3. Forensic pathology examines the causes of death.
    Η εγκληματολογική παθολογία εξετάζει τα αίτια του θανάτου.

  4. Forensic odontology helps identify victims through dental records.
    Η εγκληματολογική οδοντολογία βοηθά στην ταυτοποίηση θυμάτων μέσω οδοντιατρικών αρχείων.

  5. Forensic linguistics analyzes language used in threats and communications.
    Η εγκληματολογική γλωσσολογία αναλύει τη γλώσσα που χρησιμοποιείται σε απειλές και επικοινωνίες.

  6. Forensic accounting investigates financial discrepancies.
    Η εγκληματολογική λογιστική ερευνά χρηματοοικονομικές ανωμαλίες.

Ετυμολογία

Η λέξη "forensic" προέρχεται από το λατινικό "forensis," που σημαίνει "δημόσιος" ή "σχετικός με τη δημόσια συζήτηση". Αναφερόταν αρχικά σε διαδικασίες που γίνονταν δημόσια ή σε δικαστήριο.

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "forensic" και της σημασίας της στη γλώσσα Αγγλικά.



25-07-2024