freedom - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

freedom (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Freedom είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

/ˈfriːdəm/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη freedom αναφέρεται στην κατάσταση ή το δικαίωμα να ενεργείς, να μιλάς ή να σκέφτεσαι χωρίς περιορισμούς ή καταπίεση. Είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη έννοια σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, καθώς και στη φιλοσοφία.

Συχνότητα Χρήσης:
Η λέξη "freedom" χρησιμοποιείται συχνά και στους δύο τύπους λόγου – προφορικό και γραπτό – αλλά είναι πιο εμφανής σε πολιτικά και κοινωνικά κείμενα και διαλόγους.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. Freedom is a fundamental human right.
  2. Η ελευθερία είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.

  3. People around the world fight for their freedom every day.

  4. Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αγωνίζονται για την ελευθερία τους κάθε μέρα.

  5. Education is the key to personal freedom.

  6. Η εκπαίδευση είναι το κλειδί για την προσωπική ελευθερία.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη freedom εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Freedom of speech
  2. Η ελευθερία της έκφρασης.
  3. "In a democratic society, freedom of speech is vital."

    • Σε μια δημοκρατική κοινωνία, η ελευθερία της έκφρασης είναι ζωτικής σημασίας.
  4. Freedom of choice

  5. Η ελευθερία της επιλογής.
  6. "Everyone should have the freedom of choice in their personal lives."

    • Όλοι πρέπει να έχουν την ελευθερία της επιλογής στη προσωπική τους ζωή.
  7. To break free

  8. Να απελευθερωθείς.
  9. "She decided it was time to break free from her old life."

    • Αποφάσισε ότι ήταν καιρός να απελευθερωθεί από την παλιά της ζωή.
  10. Freedom fighter

  11. Αγωνιστής της ελευθερίας.
  12. "He was a recognized freedom fighter during the revolution."

    • Ήταν ένας αναγνωρισμένος αγωνιστής της ελευθερίας κατά τη διάρκεια της επανάστασης.
  13. Set someone free

  14. Απελευθερώνω κάποιον.
  15. "The organization worked tirelessly to set political prisoners free."
    • Ο οργανισμός εργάστηκε ακούραστα για να απελευθερώσει τους πολιτικούς κρατούμενους.

Ετυμολογία

Η λέξη freedom προέρχεται από την αρχαία αγγλική "freodom", που σημαίνει "η κατάσταση του να είναι κάποιος ελεύθερος". Η ρίζα της λέξης "free" προέρχεται από τη γερμανική γλώσσα με το νόημα της ελευθερίας ή της ανεξαρτησίας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Liberty - Independence

Αντώνυμα: - Captivity - Oppression



25-07-2024