frigate - ουσιαστικό (noun)
/ˈfrɪɡət/
Η λέξη frigate αναφέρεται σε ένα τύπο πολεμικού πλοίου, που έχει σχεδιαστεί κυρίως για να συνοδεύει άλλα πλοία και να προσφέρει υποστήριξη σε ναυτικές επιχειρήσεις. Οι φρεγάτες είναι συνήθως ελαφρύτερες και πιο ευέλικτες από τις καταδρομικές μονάδες και χρησιμοποιούνται για διάφορες αποστολές, συμπεριλαμβανομένων των αντι-υποβρυχιακών και αντιαεροπορικών επιχειρήσεων.
Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε ναυτικές ή στρατιωτικές συζητήσεις και κείμενα. Η χρήση της είναι συχνή και στο γραπτό και στον προφορικό λόγο.
Ο ναυτικός στρατός έστειλε μια φρεγάτα για να περιπολεί τις θάλασσες.
The new frigate was equipped with advanced missile systems.
Η νέα φρεγάτα ήταν εξοπλισμένη με προηγμένα συστήματα πυραύλων.
During the training exercise, the frigate demonstrated its maneuverability.
Η λέξη frigate μπορεί να χρησιμοποιείται σε κάποιες ειδικές φράσεις αλλά δεν είναι πολύ κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να σχετίζεται με ναυτικές φράσεις, όπως:
Η φρεγάτα ηγείται του στόλου.
"All hands on deck for the frigate!"
Όλοι οι επιβάτες στην ντάκα για τη φρεγάτα!
"A frigate in rough seas."
Η λέξη frigate προέρχεται από τη μέση γαλλική λέξη frégate, η οποία με τη σειρά της έχει καταγωγή πιθανώς από την ισπανική fragata και την ιταλική fragata, που αναφέρονται σε βαρύ πολεμικό πλοίο.
Συνώνυμα: - πολεμικό πλοίο - καταδρομικό πλοίο
Αντώνυμα: - εμπορικό πλοίο - αλιευτικό πλοίο