"Fuel gauge" είναι ουσιαστικό.
/fjuːəl ɡeɪdʒ/
Ο "fuel gauge" είναι μια συσκευή που χρησιμοποιείται σε οχήματα για να δείξει την ποσότητα καυσίμου που απομένει σε μια δεξαμενή. Συνήθως τοποθετείται στο ταμπλό του αυτοκινήτου και υπάρχει σε όλες τις σύγχρονες μηχανές που λειτουργούν με καύσιμο. Η χρήση του είναι συχνότερη στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε εγχειρίδια χρήσης ή ειδήσεις σχετικές με αυτοκίνητα, αλλά επίσης αναφέρεται και στον προφορικό λόγο.
Ο δείκτης καυσίμου δείχνει άδειος.
I need to check the fuel gauge before we leave.
Πρέπει να ελέγξω τον δείκτη καυσίμου πριν φύγουμε.
If the fuel gauge starts blinking, you should refuel immediately.
Ο όρος "fuel gauge" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν ορισμένες εκφράσεις σχετικές με την έννοια του «ποσοτικού ελέγχου» ή «συμμετοχής».
Τρέχω με άδεια δεξαμενή όπως ο δείκτης καυσίμου. (Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι εξαντλημένος ή έχει καταναλώσει όλες τις ενεργειακές του πηγές.)
My energy level is approaching the fuel gauge's red zone.
Το επίπεδο ενέργειάς μου πλησιάζει την κόκκινη ζώνη του δείκτη καυσίμου. (Σημαίνει ότι έχεις πολύ λίγη ενέργεια.)
When the fuel gauge hits the critical point, it’s time to refuel.
Η λέξη "fuel" προέρχεται από το λατινικό "fŭelum", που σημαίνει "καύσιμο", και η λέξη "gauge" προέρχεται από το παλαιό γαλλικό "jauge", που σημαίνει "μετρητής" ή "έλεγχος".
Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα για τον όρο "fuel gauge", καθώς αναφέρεται σε μια τεχνική συσκευή. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί το "full" (πλήρης) για να περιγράψει την αντίθετη κατάσταση της κατανάλωσης καυσίμου.