Fulcra είναι το πληθυντικό του ουσιαστικού fulcrum.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈfʌl.krəm/
Η λέξη fulcra αναφέρεται σε σημεία ή αντικείμενα που παρέχουν στήριξη ή στήριξη σε κάτι άλλο. Σημαντικός όρος στη μηχανική, η έννοια της στήριξης είναι θεμελιώδης για την κατανόηση της λειτουργίας μηχανών και μηχανισμών.
Συχνότητα χρήσης: Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα, παρά στον προφορικό λόγο.
The lever was supported by two fulcra to balance the weight.
Η μοχλός στηριζόταν από δύο στηρίγματα για να ισορροπήσει το βάρος.
In this experiment, we will learn how fulcra influence the mechanical advantage.
Σε αυτό το πείραμα, θα μάθουμε πώς τα στηρίγματα επηρεάζουν το μηχανικό πλεονέκτημα.
Different types of fulcra can change the way forces act on objects.
Διαφορετικοί τύποι στηριγμάτων μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο που οι δυνάμεις δρουν σε αντικείμενα.
Η λέξη fulcrum και τα παράγωγά της, όπως fulcra, δεν χρησιμοποιούνται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρείτε κάποιες σχετικές χρήσεις που αναφέρονται στη στήριξη ή την υποστήριξη.
"Finding your fulcrum in life can lead to greater balance."
Η εύρεση του στηρίγματος σας στη ζωή μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ισορροπία.
"The team functioned as a fulcrum in the project's success."
Η ομάδα λειτούργησε ως στήριγμα στην επιτυχία του έργου.
"Youth programs act as fulcra for community development."
Τα προγράμματα νεότητας λειτουργούν ως στηρίγματα για την ανάπτυξη της κοινότητας.
Η λέξη fulcrum προέρχεται από τα Λατινικά, όπου "fulcrum" σημαίνει "στήριγμα" ή "υποστήριξη".
Συνώνυμα: - Support - Prop - Pivot
Αντώνυμα: - Weakness - Instability - Insecurity