Η φράση "full of himself" είναι μια ιδιωματική έκφραση που λειτουργεί ως επίθετο.
/ fʊl ʌv hɪmˈsɛlf /
Η φράση "full of himself" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει μια υπερβολικά υψηλή γνώμη για τον εαυτό του ή που είναι ανακριβώς αυτοθαυμαστικός. Συνήθως χρησιμοποιείται σε αρνητικό πλαίσιο και υποδηλώνει μια έλλειψη ταπεινοφροσύνης. Είναι συχνά πιο κοινή στον προφορικό λόγο και στις καθημερινές συζητήσεις, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτά κείμενα.
He is so full of himself that he can't accept any criticism.
Αυτός είναι τόσο γεμάτος από τον εαυτό του που δεν μπορεί να δεχθεί καμία κριτική.
Everyone at the party noticed how full of himself John has become lately.
Όλοι στο πάρτι παρατήρησαν πόσο έχει γίνει ματαιόδοξος ο Τζον τελευταία.
Being full of himself, he didn’t even notice when his friends left.
Επειδή ήταν γεμάτος από τον εαυτό του, δεν πρόσεξε καν όταν οι φίλοι του έφυγαν.
Η φράση "full of himself" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες εκφράσεις για να περιγράψει άτομα με υπερβολική αυτοπεποίθηση.
He walks around like he's the best, completely full of himself.
Περπατάει γύρω-γύρω σαν να είναι ο καλύτερος, εντελώς γεμάτος από τον εαυτό του.
Her constant bragging shows how full of herself she really is.
Η συνεχής επίδειξή της δείχνει πόσο γεμάτη είναι από τον εαυτό της.
I can't stand how full of himself he is during meetings.
Δεν μπορώ να αντέξω πόσο ματαιόδοξος είναι κατά τη διάρκεια των συναντήσεων.
He thinks he knows everything; he's so full of himself.
Νομίζει ότι τα ξέρει όλα; Είναι τόσο γεμάτος από τον εαυτό του.
Η έκφραση "full of himself" προέρχεται από τη χρήση του "full" για να υποδηλώσει την πληρότητα και την υπερβολή, σε συνδυασμό με το αντωνυμικό ουσιαστικό "himself", υποδεικνύοντας ότι η αυτοπροβολή είναι η κύρια έμπνευση.
Συνώνυμα: - narcissistic (ναρκισσιστής) - conceited (αλαζόνας) - self-important (εαυτοκεντρικός)
Αντώνυμα: - humble (ταπεινός) - modest (μετριόφρων) - self-effacing (ταπεινός με τον εαυτό του)