Functional congestion αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου υπάρχει υπερβολική συμφόρηση ή φορτίο σε ένα σύστημα, που επηρεάζει τη λειτουργία του ή τη διαδικασία που εκτελεί. Συχνά χρησιμοποιείται σε ιατρικά και τεχνικά συμφραζόμενα.
Συχνότητα Χρήσης
Αυτή η φράση δεν είναι πολύ συχνά χρησιμοποιούμενη στην καθημερινή ομιλία, αλλά μπορεί να είναι relevant σε ειδικά πεδία όπως η ιατρική, η διαδικασία επιχειρηματικής δρομολόγησης ή η μηχανική.
Προφορικός vs Γραπτός Λόγος
Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε επιστημονικές μελέτες ή τεχνικά εγχειρίδια.
Παράδειγμα Προτάσεων
Functional congestion can lead to a decrease in productivity.
Η λειτουργική συμφόρηση μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της παραγωγικότητας.
The doctor explained that functional congestion in the lungs could affect breathing.
Ο γιατρός εξήγησε ότι η λειτουργική συμφόρηση στους πνεύμονες θα μπορούσε να επηρεάσει την αναπνοή.
In urban areas, functional congestion in traffic systems often causes delays.
Σε αστικές περιοχές, η λειτουργική συμφόρηση στα κυκλοφοριακά συστήματα συχνά προκαλεί καθυστερήσεις.
Ιδιωματικές Εκφράσεις
Παρόλο που η φράση "functional congestion" δεν είναι συχνά συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ακολουθούν ορισμένες προτάσεις που περιλαμβάνουν τη λειτουργική συμφόρηση:
The functional congestion in our communication systems is hindering progress.
Η λειτουργική συμφόρηση στα συστήματα επικοινωνίας μας εμποδίζει την πρόοδο.
To address the functional congestion in the software, we need to streamline the code.
Για να αντιμετωπίσουμε τη λειτουργική συμφόρηση στο λογισμικό, πρέπει να απλοποιήσουμε τον κώδικα.
Functional congestion in a team can lead to missed deadlines.
Η λειτουργική συμφόρηση σε μια ομάδα μπορεί να οδηγήσει σε χαμένες προθεσμίες.
Ετυμολογία της λέξης
Functional προέρχεται από τη λατινική λέξη "functio", που σημαίνει "εκτέλεση" ή "λειτουργία".
Congestion προέρχεται από τη λατινική λέξη "congestio", που σημαίνει "συγκέντρωση" ή "συμφόρηση".