Fungicidal activity είναι ένας όρος που ανήκει στον τομέα της επιστήμης, και ως σύνολο αναφέρεται σε ένα ουσιαστικό.
/fʌnˈdʒɪsədl ˈæk.tɪ.vɪ.ti/
Η fungicidal activity αναφέρεται στη ικανότητα μιας ουσίας να καταστρέφει ή να αναστέλλει την ανάπτυξη μανιταριών. Χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και γεωργικά συμφραζόμενα, όπως είναι η φυτοπροστασία ή η απολύμανση. Η συχνότητά της χρήσης είναι αυξημένη σε γραπτές αναφορές, επιστημονικά άρθρα και μελέτες, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικό λόγο μεταξύ επαγγελματιών του χώρου.
Η δραστικότητα κατά των μανιταριών του συγκεκριμένου σκευάσματος είναι αποτελεσματική έναντι διαφόρων παθογόνων φυτών.
Researchers are studying the fungicidal activity of natural extracts.
Η fungicidal activity δεν περιλαμβάνει πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις στα Αγγλικά, αλλά μπορεί να σχετίζεται με όρους που περιγράφουν δραστηριότητες ή ιδιότητες στη γεωργία και την επιστημονική κοινότητα.
Η δραστικότητα κατά των μανιταριών είναι το κλειδί για αποτελεσματική προστασία καλλιεργειών.
Increased fungicidal activity can lead to better yields.
Η αυξημένη δραστικότητα κατά των μανιταριών μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερες αποδόσεις.
Understanding the fungicidal activity helps in developing better pesticides.
Η λέξη fungicidal προέρχεται από το Λατινικό "fungus", που σημαίνει μανιτάρι, και την προσθήκη του κρουστικού "cidal", που προέρχεται από το λατινικό "caedere", που σημαίνει να σκοτώνω.
Συνώνυμα: - Antifungal activity - Fungicidal properties
Αντώνυμα: - Fungistatic activity (αναστολή ανάπτυξης χωρίς θανάτωση) - Non-fungicidal activity