fury - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fury (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Fury είναι ουσιαστικό (noun).

Φωνητική μεταγραφή

/phʊəri/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "fury" αναφέρεται σε έντονο και ανεξέλεγκτο θυμό ή σε μια κατάσταση που προκαλεί εξαιρετική οργή. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει ένα υπερβατικό επίπεδο αγανάκτησης ή θυμού.

Συχνότητα χρήσης

Η λέξη "fury" είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτό κείμενο, όπως λογοτεχνικά έργα ή άρθρα, αν και μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. His fury was evident when he discovered the truth.
  2. Η οργή του ήταν προφανής όταν ανακάλυψε την αλήθεια.

  3. She unleashed her fury on the unfair treatment she received.

  4. Αφέθηκε ελεύθερη στην οργή της για την άδικη μεταχείριση που έλαβε.

  5. The crowd erupted in fury when the decision was announced.

  6. Το πλήθος ξέσπασε σε οργή όταν ανακοινώθηκε η απόφαση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ετυμολογία

Η λέξη "fury" προέρχεται από τη λατινική λέξη furius, που σημαίνει "θυμωμένος" ή "οργισμένος". Εξελίχθηκε περνώντας μέσα από το μεσαιωνικό γαλλικό furie.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - wrath - rage - ire

Αντώνυμα: - calm - serenity - peace



25-07-2024