Ο όρος "gang-ladder" είναι ουσιαστικό.
/ˈɡæŋ ˈlædər/
Η λέξη "gang-ladder" αναφέρεται σε μια σκάλα που χρησιμοποιείται για να διευκολύνει την πρόσβαση σε πλοία ή στη θάλασσα, συχνά από το λιμάνι. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ναυτικές και ναυτιλιακές περιστάσεις. Είναι σχετικά εξειδικευμένη και δεν είναι τόσο συχνή στον προφορικό λόγο όσο στα τεχνικά ή ναυτικά κείμενα.
The crew used the gang-ladder to board the ship safely.
(Το πλήρωμα χρησιμοποίησε τη σκάλα ομάδας για να επιβιβαστεί ασφαλώς στο πλοίο.)
The gang-ladder was extended to allow easy access from the dock.
(Η σκάλα ομάδας επεκτάθηκε για να επιτρέψει εύκολη πρόσβαση από το λιμάνι.)
Ο όρος "gang-ladder" δεν είναι ευρέως διαδεδομένος σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως η χρήση του σε ναυτικές περιστάσεις και περιβάλλοντα μπορεί να περιλαμβάνει σχετικές αναφορές. Ακολουθούν μερικές προτάσεις με χρήση του όρου σε σχετικές φράσεις:
Before the storm hit, the sailors secured the gang-ladder tightly.
(Πριν χτυπήσει η καταιγίδα, οι ναύτες εξασφάλισαν τη σκάλα ομάδας σφιχτά.)
During the inspection, the officer checked the gang-ladder for safety compliance.
(Κατά την επιθεώρηση, ο αξιωματικός έλεγξε τη σκάλα ομάδας για τη συμμόρφωση με τους κανόνες ασφαλείας.)
The gang-ladder swung dangerously during the rough seas.
(Η σκάλα ομάδας κουνιόταν επικίνδυνα κατά τη διάρκεια της rough seas.)
Η λέξη "gang" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "gang", που σημαίνει "ομάδα" ή "περίπου σε ομάδα", και "ladder" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "hlæder", που σημαίνει "σκάλα". Ο συνδυασμός αυτών των δύο όρων υποδηλώνει σκάλα που χρησιμοποιείται από μια ομάδα, συνήθως σε ναυτικές καταστάσεις.
Συνώνυμα: - boarding ladder (σκάλα επιβίβασης) - access ladder (σκάλα πρόσβασης)
Αντώνυμα: - ground (έδαφος) - deck (καλύμματος πλοίου)
Αυτή είναι η ανάλυση του όρου "gang-ladder".