Ο όρος "gelded horse" είναι φράση που αναφέρεται σε ένα υποστατικό (ως όνομα) συγκεκριμένου τύπου ζώου.
/gɛldɪd hɔrs/
Ο όρος "gelded horse" αναφέρεται σε άλογο που έχει ευνουχιστεί, δηλαδή που του έχουν αφαιρεθεί οι όρχεις. Ο ευνουχισμός συνήθως πραγματοποιείται για να κάνει το άλογο πιο ήρεμο και συνεργάσιμο, καθώς και για να αποτρέψει την αναπαραγωγή.
Η φράση "gelded horse" χρησιμοποιείται κυρίως σε σταυλιστικές, αγροτικές και εκπαιδευτικές κοινότητες. Είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο μεταξύ αλόγων και κτηνοτρόφων, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε γραπτές περιγραφές για άλογα.
"The gelded horse is much calmer than the stallions on the farm."
"Ο ατισσέ ίππος είναι πολύ πιο ήρεμος από τους ταύρους στη φάρμα."
"Many people prefer to train a gelded horse for competitions."
"Πολλοί άνθρωποι προτιμούν να εκπαιδεύουν έναν ατισσέ ίππο για διαγωνισμούς."
"The veterinarian recommended gelding the horse to improve its behavior."
"Ο κτηνίατρος συνέστησε τον ευνουχισμό του ίππου για να βελτιώσει τη συμπεριφορά του."
Δεν υπάρχουν πολλές ακριβείς ιδιωματικές εκφράσεις που να περιλαμβάνουν τον όρο "gelded horse", ωστόσο η έννοια του ευνουχισμένου αλόγου αναφέρεται σε κατάσταση ή συμπεριφορά και μπορεί να περιλαμβάνει αφηρημένες ιδέες.
"You can’t judge a gelded horse by its looks; it’s all about behavior."
"Δεν μπορείς να κρίνεις έναν ατισσέ ίππο από την εμφάνισή του; Είναι όλα θέμα συμπεριφοράς."
"A gelded horse often becomes part of a close-knit family of animals."
"Ένας ευνουχισμένος ίππος συχνά γίνεται μέλος μιας στενής οικογένειας ζώων."
Η λέξη "gelded" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "gealdian", που σημαίνει "να ευνουχίζεται". Η λέξη "horse" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "hors" που σημαίνει "ίππος". Η πρακτική του ευνουχισμού αλόγων έχει ιστορία χιλιάδων ετών, συγκεκριμένα για την καλύτερη διαχείριση των ιπποδρομιών και των γεωργικών εργασιών.
Συνώνυμα: - Gelding - Altered horse (τροποποιημένο άλογο)
Αντώνυμα: - Stallion (ταύρος) - Uncastrated horse (μη ευνουχισμένος ίππος)