Το "gold-field" είναι ένα ουσιαστικό.
/gəʊld fiːld/
Ο όρος "gold-field" αναφέρεται σε μια περιοχή ή τόπο όπου υπάρχει χρυσός, συνήθως αναφερόμενος σε περιοχές που είναι γνωστές για την εξόρυξη χρυσού. Αυτές οι περιοχές συχνά προσελκύουν ανθρακωρύχους και επενδυτές. Στην Αγγλική γλώσσα, ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε ιστορικά ή οικονομικά πλαίσια και λιγότερο στην καθημερινή ομιλία.
Ο όρος δεν είναι συχνά χρησιμοποιούμενος στην καθημερινή συζήτηση, αλλά εμφανίζεται σε ειδικά συμφραζόμενα, όπως η εξόρυξη και η ιστορία της χρυσής βίας.
Η ανακάλυψη του χρυσού τομέα άλλαξε τις ζωές πολλών ανθρακωρύχων.
Explorers traveled long distances to find a new gold-field.
Δεν υπάρχουν πολλές ιδιωματικές εκφράσεις με το "gold-field", αλλά το θέμα του χρυσού μπορεί να συνδυαστεί με άλλες φράσεις. Εδώ είναι μερικές:
"Βρήκαμε χρυσό στο χρυσό πεδίο" – Αυτό σημαίνει να έχουμε μεγάλη επιτυχία ή να βρούμε κάτι πολύτιμο.
"Waste of time in a gold-field" – Refers to engaging in efforts that do not yield results.
"Σπατάλη χρόνου σε ένα χρυσό πεδίο" – Αναφέρεται στην εμπλοκή σε προσπάθειες που δεν αποδίδουν.
"Chasing gold in the gold-field" – Means pursuing an opportunity with high risks involved.
Η λέξη είναι σύνθεση από τις λέξεις "gold" (χρυσός) και "field" (πεδίο), που συνδυάζονται για να περιγράψουν μια γεωγραφική περιοχή που έχει χρυσό.
Συνώνυμα: - Gold mine (χρυσωρυχείο) - Auriferous area (χρυσοφόρα περιοχή)
Αντώνυμα: - Non-precious field (μη πολύτιμος τομέας) - Waste land (άγονη γη)