Grandstand play είναι μια φράση που λειτουργεί ως όνομα (noun phrase).
Phonetic transcription: /ˈɡrænd.stænd pleɪ/
Η φράση "grandstand play" περιγράφει μια πράξη ή συμπεριφορά που γίνεται κυρίως για να εντυπωσιάσει θεατές ή το κοινό, συχνά σε ένα πλαίσιο όπου μπορεί να φαίνεται ότι κάποιος προσπαθεί να κερδίσει την έγκριση ή την προσοχή των άλλων. Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό και προφορικό λόγο, με έμφαση σε συνεργατικά ή διαγωνιστικά πλαίσια, όπως αθλητικά γεγονότα ή πολιτικά συμβάντα.
Η θεατρική παράσταση του πολιτικού κατά τη διάρκεια της συζήτησης ήταν προφανής σε όλους.
He made a grandstand play to impress the fans by scoring the last-minute goal.
Η φράση "grandstand play" χρησιμοποιείται σπανίως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συχνά μπορεί να συνδυάζεται με άλλες εκφράσεις που σχετίζονται με την ανάγκη για επιδοκιμασία ή προσέλκυση προσοχής:
Η προσπάθεια να κερδίσεις προσοχή με μια εντυπωσιακή παράσταση συχνά έχει αντίκτυπο αντίθετο από τον επιθυμητό.
In a competitive sport, avoiding grandstand play can lead to better teamwork.
Σε έναν ανταγωνιστικό αθλητισμό, η αποφυγή θεατρικών παραστάσεων μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη ομαδική συνεργασία.
His grandstand play was well received, but it didn't change the outcome of the game.
Η φράση "grandstand play" προέρχεται από τον όρο "grandstand", που αναφέρεται σε μια εξέδρα ή ένα μεγάλο καθιστικό σε αθλητικές ή κοινωνικές εκδηλώσεις και τονίζει την ανάγκη κάποιου να επιδείξει ή να εντυπωσιάσει το κοινό.
Συνώνυμα: Showmanship, Theatrical display, Publicity stunt
Αντώνυμα: Authenticity, Sincerity, Humility
Αυτή η ανάλυση καθιστά τη φράση "grandstand play" κατανοητή και βοηθά στην κατανόηση των διαφορετικών πτυχών της.