Ρήμα
/griːt/
Η λέξη "greet" σημαίνει να χαιρετάς κάποιον, συνήθως ως ένδειξη ευγένειας ή σεβασμού. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, με περισσότερη συχνότητα στις προφορικές αλληλεπιδράσεις. Η λέξη αυτή είναι σημαντική στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και στις αρχές της επικοινωνίας.
(Πάντα χαιρετώ τους γείτονές μου όταν τους βλέπω.)
She greeted the guests warmly at the door.
(Αυτή χαιρέτησε τους καλεσμένους θερμά στην πόρτα.)
He forgot to greet his boss this morning.
Η λέξη "greet" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις:
(Καλωσόρισαν το νέο μέλος της ομάδας με ανοιχτές αγκάλες.)
Greet the day
(Μου αρέσει να χαιρετώ τη μέρα με μια κούπα καφέ και ένα χαμόγελο.)
Greet someone with a smile
(Αυτή πάντα χαιρετάει όλους με ένα χαμόγελο.)
Greet passionately
Η λέξη "greet" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "grētan," που σημαίνει "να χαιρετίζω" ή "να προσεγγίζω." Συνδέεται με την ιδέα της ενημέρωσης ή της αναγνώρισης της παρουσίας κάποιου.
Συνώνυμα: - salute - welcome - acknowledge
Αντώνυμα: - ignore - dismiss - turn away