Grey whale είναι ουσιαστικό.
/ɡreɪ weɪl/
Η γκρίζα φάλαινα είναι ένα είδος φάλαινας που ανήκει στην οικογένεια Eschrichtiidae. Είναι γνωστή για το γκρίζο χρώμα της και τις χαρακτηριστικές καμπύλες της. Συνήθως ζει σε παράκτιες περιοχές και είναι γνωστό ότι migrates μεγάλες αποστάσεις, κυρίως από την Αλάσκα έως το Μεξικό. Οι γκρίζες φάλαινες είναι σχετικά κοινές στον Ειρηνικό Ωκεανό και χρησιμοποιούνται συχνά ως παράδειγμα της θαλάσσιας βιοποικιλότητας. Η χρήση τους στη γλώσσα δεν είναι ιδιαίτερα συχνή, αλλά στην ηθογραφία και την επιστημολογία αναφέρεται συχνά.
Η "grey whale" χρησιμοποιείται συνήθως σε επιστημονικά και περιβαλλοντικά κείμενα ή στην επιστήμη της βιολογίας και της θαλάσσιας οικολογίας.
Η μετανάστευση της γκρίζας φάλαινας είναι μία από τις μεγαλύτερες μετανάστευσεις οποιουδήποτε θηλαστικού.
Scientists study the grey whale population to understand their behavior.
Οι επιστήμονες μελετούν τον πληθυσμό της γκρίζας φάλαινας για να κατανοήσουν τη συμπεριφορά τους.
Watching a grey whale breach is a breathtaking experience for many tourists.
Η "grey whale" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορούμε να δούμε μερικές φράσεις στις οποίες η λέξη "whale" γενικά είναι χρήσιμη.
Υπάρχει μια τεράστια διαφορά μεταξύ αυτού που είπες και αυτού που άκουσα.
I'm going to spend a whale of time figuring this out.
Θα περάσω μια πολύ ώρα για να το καταλάβω αυτό.
That project cost a whale of money!
Η λέξη "whale" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "hwæl," που έχει τις ρίζες της στα γερμανικά και σκανδιναβικά γλώσσα, και η λέξη "grey" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "grǣg."
Συνώνυμα: - Eschrichtius robustus (επιστημονική ονομασία του γκρίζου φάλαινας) - μυθική φάλαινα (ως κοινός όρος που αναφέρεται σε φάλαινες)
Αντώνυμα: Καθώς η "grey whale" είναι συγκεκριμένος τύπος φάλαινας, δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα. Ωστόσο, για το εύρος της θαλάσσιας ζωής, μπορούμε να αναφέρουμε διάφορους τύπους φαλαινών, οι οποίες είναι ποικιλία, όπως: - φάλαινα μπλε (blue whale) - φάλαινα φυσητήρας (sperm whale)