Ο όρος "group switch" μπορεί να λειτουργεί ως ουσιαστικό ή ρήμα, ανάλογα με τη χρήση του στο κείμενο.
/ɡruːp swɪtʃ/
Το "group switch" αναφέρεται σε μια συσκευή ή μια διαδικασία που επιτρέπει τη διαχείριση ή τον έλεγχο μιας ομάδας συσκευών ή χρηστών ταυτόχρονα. Χρησιμοποιείται συχνά σε τομείς που σχετίζονται με την πληροφορική και τις τηλεπικοινωνίες.
Είναι σχετικά τεχνικός όρος και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε τεχνικές περιγραφές ή διδασκαλία.
"The group switch will allow us to control all the devices at once."
"Ο ομαδικός διακόπτης θα μας επιτρέψει να ελέγχουμε όλες τις συσκευές ταυτόχρονα."
"Make sure to check the group switch settings before starting the presentation."
"Βεβαιωθείτε ότι έχετε ελέγξει τις ρυθμίσεις του διακόπτη ομάδας πριν ξεκινήσετε την παρουσίαση."
"Using a group switch can simplify the management of multiple devices."
"Η χρήση ενός ομαδικού διακόπτη μπορεί να απλοποιήσει τη διαχείριση πολλών συσκευών."
Ο όρος "group switch" δεν έχει ευρέως διαδεδομένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με την ιδέα της συλλογικής διαχείρισης ή ελέγχου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο τεχνικά ή θεσμικά πλαίσια.
"When dealing with multiple users, it's essential to use a group switch."
"Όταν διαχειρίζεστε πολλούς χρήστες, είναι ουσιώδες να χρησιμοποιήσετε έναν ομαδικό διακόπτη."
"In a network, a group switch can enhance performance by managing traffic efficiently."
"Στο δίκτυο, ένας ομαδικός διακόπτης μπορεί να ενισχύσει την απόδοση διαχειριζόμενος την κυκλοφορία αποτελεσματικά."
"For team projects, a group switch helps everyone stay connected."
"Για ομαδικά έργα, ένας ομαδικός διακόπτης βοηθάει όλους να παραμένουν συνδεδεμένοι."
Ο όρος "group" προέρχεται από τη μεσαιωνική γαλλική "groupe" και το "switch" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "switcher," που σημαίνει «να αλλάζω» ή «να διακόπτω.» Η συνδυασμένη χρήση προέρχεται από την ανάγκη να περιγραφούν διαδικασίες ελέγχου ή αλλαγής σε ομάδες.
Συνώνυμα: - ομαδικός διακόπτης (group toggle) - συλλογικός διακόπτης (collective switch)
Αντώνυμα: - ατομικός διακόπτης (individual switch) - μοναδικός διακόπτης (single switch)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια περιεκτική εικόνα του όρου "group switch" και της χρήσης του.