gurgle - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

gurgle (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

«Gurgle» είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/fɜːrɡl/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη «gurgle» αναφέρεται στον ήχο που παράγεται όταν κάποιο υγρό ρέει με φυσαλίδες ή όταν κάποιος έχει τον ήχο στο λαιμό του, συχνά λόγω της παρουσίας αέρα ή υγρού. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τον ήχο που κάνουν νερό ή άλλα υγρά όταν χύνονται ή όταν είναι σε κίνηση. Στην αγγλική γλώσσα, εμφανίζεται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να έχει περισσότερη προφορική χρήση σε καθημερινές συνομιλίες.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. I could hear the gurgle of the water as it flowed down the stream.
    (Ήμουν σε θέση να ακούσω το γογγύλισμα του νερού καθώς έρρεε κάτω από το ρέμα.)

  2. After drinking, he let out a gurgle of satisfaction.
    (Μετά το ποτό, εξέπεμψε ένα γουργούρισμα ικανοποίησης.)

  3. The baby makes a joyful gurgle when playing in the bathtub.
    (Το μωρό κάνει ένα χαρούμενο γογγύλισμα όταν παίζει στην μπανιέρα.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη «gurgle» χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν μερικές περιπτώσεις όπου μπορεί να παρατηρηθεί.

  1. Gurgle with joy
    (Γογγύλισμα χαράς) - "The child gurgled with joy when he saw the puppy."
    (Το παιδί γόγγυσε με χαρά όταν είδε το κουτάβι.)

  2. Gurgling stomach
    (Γογγύλισμα στομάχου) - "After skipping breakfast, I could feel my gurgling stomach."
    (Μετά την παράλειψη του πρωινού, μπορούσα να νιώσω το γογγύλισμα στομάχου μου.)

  3. Gurgle out
    (Να γογγύσει) - "He gurgled out the melody as he washed the dishes."
    (Εκείνος γόγγυσε τη μελωδία ενώ έπλυνε τα πιάτα.)

Ετυμολογία

Η λέξη «gurgle» προέρχεται από το λατινικό «gurgulio», που σημαίνει «παλιρροία» ή «ρουφήγμα», αναφερόμενη στο στόμιο της φιάλης που εκφράζει ήχους κατά τη διάρκεια της ροής του υγρού.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024