Υπόστρωμα (noun)
/kəˈhəʊ.pə.ˈlɔɪ.di/
Η λέξη "hypoploidy" αναφέρεται σε έναν βιολογικό όρο που περιγράφει την κατάσταση ενός οργανισμού ή κυττάρων που έχουν λιγότερα χρωμοσώματα από το φυσιολογικό αριθμό για το είδος. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στη γενετική, όπου η υποπλοΐδια μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη ή την υγεία του οργανισμού. Είναι μια λιγότερο συχνή κατάσταση σε σύγκριση με την υποπλοΐδια (ή ανεπάρκεια χρωμοσωμάτων) και συχνά μελετάται σε πλαίσια έρευνας ή κλινικής γενετικής.
Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε επιστημονικά και ακαδημαϊκά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.
"Η μελέτη επικεντρώθηκε στην υποπλοΐδια σε ορισμένα φυτικά είδη."
"Hypoploidy can lead to various genetic disorders."
"Η υποπλοΐδια μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες γενετικές διαταραχές."
"Researchers found that hypoploidy affected cell growth."
Η "hypoploidy" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε επιστημονικό, ακαδημαϊκό και ερευνητικό πλαίσιο.
"Το εργαστήριό της ειδικεύεται στην υποπλοΐδια και τις επιπτώσεις της."
"Understanding hypoploidy provides insight into genetic variability."
Η λέξη "hypoploidy" προέρχεται από τις ρίζες "hypo-" που σημαίνει "κάτω" ή "λιγότερο" και "ploidy", που προέρχεται από την ελληνική λέξη "ploides" που σχετίζεται με πολλές ή επαναλαμβανόμενες δομές, όπως τα χρωμοσώματα.
Συνώνυμα: - Δυσπλοΐδια (oligoploidy)
Αντώνυμα: - Υπερπλοΐδια (hyperploidy)