Η λέξη "journalize" στα Αγγλικά σημαίνει την πράξη της καταγραφής γεγονότων, σκέψεων ή δραστηριοτήτων σε ένα ημερολόγιο ή σημειωματάριο. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο διαχείρισης ημερολογίων, προγραμμάτων σπουδών ή σε επαγγελματικές δραστηριότητες, όπως λογιστικά βήματα. Η συχνότητα χρήσης της είναι μεγαλύτερη στο γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε ακαδημαϊκά και επαγγελματικά περιβάλλοντα.
Πρέπει να καταγράψω τις σκέψεις μου μετά τη συνάντηση σήμερα.
Each student is required to journalize their learning process.
Κάθε μαθητής είναι υποχρεωμένος να καταγράφει τη διαδικασία μάθησής του.
It’s helpful to journalize your daily activities for better time management.
Η λέξη "journalize" μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό μέρος σε ιδιωματικές εκφράσεις που συνδέονται με τη διαδικασία καταγραφής ή αποτίμησης εμπειριών. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:
"Το να καταγράφεις το ταξίδι σου βοηθά να διασαφηνίσεις τις σκέψεις σου."
"Many artists journalize their frustrations to find inspiration."
"Πολλοί καλλιτέχνες καταγράφουν τις απογοητεύσεις τους για να βρουν έμπνευση."
"You should journalize every step of the project for accountability."
"Πρέπει να καταγράψεις κάθε βήμα του έργου για λογοδοσία."
"As a writer, I find it essential to journalize my ideas immediately."
"Ως συγγραφέας, θεωρώ ουσιώδες να καταγράφω τις ιδέες μου αμέσως."
"He prefers to journalize his travels in a scrapbook."
Η λέξη "journalize" προέρχεται από τη λέξη "journal", η οποία προέρχεται από το γαλλικό "journal", που σημαίνει "ημερήσιος" ή "ημερολόγιο". Συνδέεται με τη λατινική λέξη "diurnalis", που σημαίνει "ημερήσιος".