"Junior service" είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται κυρίως ως όνομα και αναφέρεται σε υπηρεσίες που παρέχονται από άτομα ή εργαζομένους σε αρχικά στάδια της καριέρας τους, συχνά σε περιβάλλοντα όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία ή άλλες επιχειρήσεις εξυπηρέτησης.
/ˈdʒuː.njər ˈsɜːrvɪs/
Ο όρος "junior service" αναφέρεται συχνά σε υπηρεσίες που παρέχονται από νεότερους ή λιγότερο έμπειρους εργαζόμενους σε οποιοδήποτε πεδίο. Η χρήση του όρου είναι πιο κοινή σε επαγγελματικά ή βιομηχανικά περιβάλλοντα και εμφανίζεται συχνά στη γραπτή γλώσσα. Η χρήση του μπορεί να ποικίλει από προφορική συζήτηση μέχρι σχετικές τεχνικές περιγραφές.
Το προσωπικό της υπηρεσίας των νεότερων υπαλλήλων ήταν πολύ ευγενικό και προσεκτικό.
The restaurant hired more junior service workers to keep up with demand.
Το εστιατόριο προσέλαβε περισσότερους νεότερους εργαζομένους στην υπηρεσία για να ανταποκριθεί στη ζήτηση.
During the event, the junior service team managed the catering effectively.
Η εμπειρία στην υπηρεσία των νεότερων υπαλλήλων μπορεί να είναι ένα σκαλοπάτι για μεγαλύτερες ευκαιρίες.
Employers often value junior service skills as foundational.
Οι εργοδότες συχνά εκτιμούν τις δεξιότητες στην υπηρεσία των νεότερων υπαλλήλων ως θεμελιώδεις.
Many restaurants focus on training junior service personnel for their operations.
Πολλά εστιατόρια επικεντρώνονται στην εκπαίδευση του προσωπικού υπηρεσίας των νεότερων υπαλλήλων για τις λειτουργίες τους.
A strong junior service staff can enhance the overall customer experience.
Οι λέξεις "junior" και "service" προέρχονται από τα λατινικά. Ο όρος "junior" προέρχεται από τη λατινική λέξη "iunior", που σημαίνει "νεότερος", ενώ "service" προέρχεται από τη λατινική "servitium", που σημαίνει "υπηρετική εργασία".
Συνώνυμα: - Entry-level service - Support staff
Αντώνυμα: - Senior service - Experienced staff
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον όρο "junior service", καλύπτοντας όλους τους τομείς που ζητήθηκαν.