laminated rubber - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

laminated rubber (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Laminated rubber είναι ένα ουσιαστικό σύνθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈlæməneɪtɪd ˈrʌbər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Laminated rubber αναφέρεται σε καουτσούκ που έχει υποστεί επεξεργασία με την προσθήκη επιπλέον στρωμάτων, που μπορεί να ενισχύσει τις μηχανικές του ιδιότητες ή να προσφέρει προστασία. Χρησιμοποιείται ευρέως σε βιομηχανικές εφαρμογές, όπως σε προηγμένα αθλητικά παπούτσια, μονωτικά υλικά και άλλα προϊόντα όπου απαιτείται ανθεκτικότητα και ευελιξία. Η χρήση του είναι πιο κοινή σε τεχνικά και βιομηχανικά πλαίσια, ενώ είναι λιγότερο συχνή στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The new running shoes are made from laminated rubber for better durability.
  2. Τα νέα αθλητικά παπούτσια είναι φτιαγμένα από λαμιναρισμένο καουτσούκ για μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.

  3. Laminated rubber is often used in manufacturing safety gear.

  4. Το λαμιναρισμένο καουτσούκ χρησιμοποιείται συχνά στην κατασκευή εξοπλισμού ασφαλείας.

  5. The laminated rubber mat provides excellent insulation during extreme weather conditions.

  6. Το λαμιναρισμένο καουτσούκ παρέχει εξαιρετική μόνωση κατά τη διάρκεια ακραίων καιρικών συνθηκών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "laminated rubber" σπάνια χρησιμοποιείται σε πολύ γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά έχει σχετιζόμενες φράσεις που μπορεί να εμφανιστούν πιο τεχνικά ή περιγραφικά:

  1. The strength of the laminated rubber makes it ideal for construction materials.
  2. Η αντοχή του λαμιναρισμένου καουτσούκ το καθιστά ιδανικό για κατασκευαστικά υλικά.

  3. If you want a waterproof surface, laminated rubber is the way to go.

  4. Εάν θέλεις μια αδιάβροχη επιφάνεια, το λαμιναρισμένο καουτσούκ είναι η καλύτερη επιλογή.

  5. Laminated rubber has revolutionized the footwear industry with its flexibility and strength.

  6. Το λαμιναρισμένο καουτσούκ έχει επαναστατήσει τη βιομηχανία υποδημάτων με την ευκαμψία και την αντοχή του.

Ετυμολογία

Η λέξη "laminated" προέρχεται από το λατινικό "lamina," που σημαίνει "στρώμα," ενώ "rubber" είναι δάνειο από την αγγλική γλώσσα, που προέρχεται από το "rubber tree," το δέντρο που παράγει φυσικό καουτσούκ, και συνδέεται με τις λέξεις "rub" που σημαίνει "τρίβω."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Composite rubber - Bonded rubber

Αντώνυμα: - Unlaminated rubber - Solid rubber (σε ορισμένα συμφραζόμενα)



25-07-2024