Land drainage: Ουσιαστικό (costume noun)
/ lænd ˈdreɪnɪdʒ /
Η "land drainage" αναφέρεται στη διαδικασία απομάκρυνσης του επιπλέον νερού από το έδαφος, συνήθως μέσω τεχνικών όπως οι αποστραγγιστικές σωληνώσεις ή οι τάφροι. Χρησιμοποιείται κυρίως στη γεωργία και την αρχιτεκτονική τοπίου για την προώθηση της ανάπτυξης των φυτών και την αποτροπή προβλημάτων όπως η διάβρωση του εδάφους. Η φράση χρησιμοποιείται συχνά και σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα και έχει σχετικά χαμηλή χρήση στον προφορικό λόγο.
The farmer invested in land drainage systems to protect his crops from excess water.
Ο αγρότης επένδυσε σε συστήματα αποστράγγισης γης για να προστατεύσει τις καλλιέργειές του από την υπερβολική υγρασία.
Proper land drainage is essential for maintaining healthy soil conditions.
Η σωστή αποστράγγιση γης είναι απαραίτητη για τη διατήρηση υγιών συνθηκών εδάφους.
Η φράση "land drainage" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με αρκετές τεχνικές και γεωργικές έννοιες όπως:
"The success of the agricultural project relied heavily on effective land drainage."
Η επιτυχία του γεωργικού έργου εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική αποστράγγιση γης.
"Controlling land drainage can significantly improve crop yield."
Ο έλεγχος της αποστράγγισης γης μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την παραγωγή των καλλιεργειών.
"Land drainage systems are vital in preventing waterlogging during rainy seasons."
Τα συστήματα αποστράγγισης γης είναι ζωτικής σημασίας για την αποτροπή πλημμυρών κατά τη διάρκεια της βροχερής περιόδου.
Η λέξη "land" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "londe" που σημαίνει "έδαφος" ή "χώρα". Η λέξη "drainage" προέρχεται από τη λατινική λέξη "drainare" που σημαίνει "να ρέει".
Συνώνυμα: - Water management (διαχείριση υδάτων) - Soil drainage (αποστράγγιση εδάφους)
Αντώνυμα: - Water retention (διατήρηση νερού) - Flooding (πλημμύρα)