Το "land-trash" είναι ουσιαστικό.
/ˈlænd.træʃ/
Η λέξη "land-trash" αναφέρεται σε απορρίμματα ή σκουπίδια που βρίσκονται σε ανοικτούς χώρους, όπως γη ή πεδία. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει την περιβαλλοντική ρύπανση που προκαλείται από τη συσσώρευση σκουπιδιών σε υπαίθριους χώρους. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε περιβάλλοντα που συζητούν θέματα οικολογίας και διαχείρισης απορριμμάτων. Εμφανίζεται ικανοποιητικά στα γραπτά μέσα και αν είναι στον προφορικό λόγο, σχετίζεται κυρίως με περιβαλλοντικές συζητήσεις.
Πολλές πόλεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τη διαχείριση των σκουπιδιών γης.
Volunteers organized a cleanup to reduce land-trash in the local park.
Εθελοντές οργανώσαν έναν καθαρισμό για να μειώσουν τα σκουπίδια γης στο τοπικό πάρκο.
Land-trash poses a significant threat to wildlife habitats.
Η φράση "land-trash" δεν είναι πολύ διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση.
"Πρέπει να καθαρίσουμε τα σκουπίδια γης αν θέλουμε να βοηθήσουμε το περιβάλλον."
"Ignoring land-trash is ignoring our responsibility toward nature."
"Η αγνόηση των σκουπιδιών γης είναι η αγνόηση της ευθύνης μας προς τη φύση."
"Land-trash affects not only the aesthetics but also local wildlife."
Η λέξη είναι σύνθετη και προέρχεται από τις λέξεις "land" (γη) και "trash" (σκουπίδια). Η σύνθεση των λέξεων υποδηλώνει τη σχέση των απορριμμάτων με την γη.
Συνώνυμα: - σκουπίδια - απορρίμματα - βρωμιά
Αντώνυμα: - καθαρότητα - αγνότητα - ευταξία