Εκφραστική φράση, όπου "laser" είναι ουσιαστικό και "line" είναι επίσης ουσιαστικό.
/lɛɪzər laɪn/
Η φράση "laser line" αναφέρεται σε μια γραμμή ή ακτίνα που εκπέμπεται από μια συσκευή λέιζερ. Αυτή η γραμμή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διάφορους σκοπούς όπως η μέτρηση, η ευθυγράμμιση ή ως οδηγός σε χειρωνακτικές ή μηχανικές εφαρμογές. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά και τεχνικά περιβάλλοντα, όπως στην κατασκευή, την αρχιτεκτονική και τη γεωμετρία.
Η χρησιμοποιούμενη συχνότητα της φράσης "laser line" είναι μεγαλύτερη στο γραπτό πλαίσιο, παρά στον προφορικό λόγο, κυρίως λόγω της τεχνικής φύσης της.
The contractor used a laser line to ensure the walls were perfectly straight.
Ο εργολάβος χρησιμοποίησε μια γραμμή λέιζερ για να διασφαλίσει ότι οι τοίχοι ήταν τέλεια ευθύνοι.
You can see the laser line shining on the ground during the installation.
Μπορείς να δεις τη γραμμή λέιζερ να λάμπει στο έδαφος κατά την εγκατάσταση.
Η φράση "laser line" δεν είναι πολύ συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε τεχνικά περιβάλλοντα ή συνομιλίες που σχετίζονται με την ακρίβεια. Ακολουθούν ορισμένες εκφράσεις που τη χρησιμοποιούν:
"Βλέπεις τη γραμμή λέιζερ στον τοίχο;"
"He aligned the shelves using a laser line."
"Ευθυγράμμισε τα ράφια χρησιμοποιώντας μια γραμμή λέιζερ."
"The laser line made the job so much quicker."
"Η γραμμή λέιζερ έκανε τη δουλειά πολύ πιο γρήγορη."
"To get precise measurements, always use a laser line."
Η λέξη "laser" προέρχεται από το ακρόνυμο "Light Amplification by Stimulated Emission of Radiation" (Η ενίσχυση φωτός μέσω διεγερμένης εκπομπής ακτινοβολίας). Η λέξη "line" προέρχεται από τη λατινική λέξη "linea", που σημαίνει "νήμα, γραμμή".
Συνώνυμα: - Laser beam (ακτίνα λέιζερ) - Laser guide (οδηγός λέιζερ)
Αντώνυμα: - Uneven line (ανώμαλη γραμμή) - Disorganized measurement (μη οργανωμένη μέτρηση)