Η φράση "latent energy" είναι ουσιαστικό.
/ˈleɪtənt ˈɛnərdʒi/
Η λανθάνουσα ενέργεια αναφέρεται στην ενέργεια που αποθηκεύεται σε ένα σύστημα αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμη ως εργασία, όπως η θερμική ενέργεια που αποθηκεύεται σε ένα υγρό όταν αλλάζει κατάσταση (π.χ. από υγρό σε αέριο). Χρησιμοποιείται συνήθως στη φυσική και τη χημεία για να περιγράψει τη διαδικασία μεταφοράς ενέργειας κατά την αλλαγή της κατάστασης ενός σώματος.
Συχνότητα χρήσης: Η φράση "latent energy" χρησιμοποιείται συχνά στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα, όπως τα εγχειρίδια φυσικής και χημείας.
Η λανθάνουσα ενέργεια στο νερό μπορεί να απελευθερωθεί όταν εξατμίζεται.
Understanding latent energy is crucial for studying thermodynamics.
Η κατανόηση της λανθάνουσας ενέργειας είναι κρίσιμη για τη μελέτη της θερμοδυναμικής.
When ice melts, it absorbs latent energy from the surrounding environment.
Η φράση "latent energy" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, υπάρχει η δυνατότητα χρήσης της σε πιο εξειδικευμένα συμφραζόμενα.
Η έννοια της λανθάνουσας ενέργειας είναι ένα κρυμμένο κόσμημα στη θερμοδυναμική.
The team tapped into latent energy sources to improve efficiency.
Η ομάδα αξιοποίησε τις λανθάνουσες πηγές ενέργειας για να βελτιώσει την αποδοτικότητα.
Every phase change involves a release or absorption of latent energy.
Η λέξη "latent" προέρχεται από τη λατινική λέξη "latens," που σημαίνει "κρυμμένος" ή "λανθάνων," και η λέξη "energy" προέρχεται από την ελληνική λέξη "ἐνέργεια" (energeia), η οποία σημαίνει "η δραστηριότητα" ή "η ισχύς".
Συνώνυμα: - Stored energy (αποθηκευμένη ενέργεια) - Potential energy (δυνητική ενέργεια)
Αντώνυμα: - Kinetic energy (κινητική ενέργεια) - Available energy (διαθέσιμη ενέργεια)