leaker - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

leaker (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Leaker: ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ˈliːkər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "leaker" αναφέρεται σε ένα άτομο ή μια πηγή που αποκαλύπτει ή διαρρέει πληροφορίες, συνήθως χωρίς την έγκριση αυτού που τις έχει. Η χρήση της είναι συχνή σε πολιτικά, επιχειρηματικά ή κοινωνικά πλαίσια όπου η διαρροή πληροφοριών θεωρείται σημαντική, όπως η διαρροή εγγράφων ή η αποκάλυψη μυστικών. Στον προφορικό λόγο χρησιμοποιείται ελαφρώς περισσότερο, αλλά είναι επίσης κοινή σε γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The leaker revealed confidential documents to the press.
    Ο διαρροέας αποκάλυψε εμπιστευτικά έγγραφα στον Τύπο.

  2. Many consider the leaker a hero for exposing corruption.
    Πολλοί θεωρούν τον διαρροέα ήρωα για την αποκάλυψη της διαφθοράς.

  3. They are trying to find the leaker within the organization.
    Προσπαθούν να βρουν τον διαρροέα μέσα στην οργάνωση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "leaker" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη διαρροή πληροφοριών.

Ετυμολογία

Η λέξη "leaker" προέρχεται από το ρήμα "leak," που σημαίνει "διαρρέω," με την προσθήκη της κατάληξης "-er," που υποδηλώνει άτομο που εκτελεί τη δράση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Discloser (αποκαλυπτικός) - Informer (ενημερωτής)

Αντώνυμα: - Keeper (φύλακας) - Concealer (αποκρυπτικός)



25-07-2024