Η φράση "learning process" αποτελείται από δύο ουσιαστικά: "learning" (μάθηση) και "process" (διαδικασία). Συνεπώς, η συνολική φράση λειτουργεί ως ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της φράσης "learning process" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /ˈlɜrnɪŋ ˈprɑːsɛs/
Η φράση "learning process" αναφέρεται στη διαδικασία με την οποία ένα άτομο αποκτά γνώση ή δεξιότητες μέσω εμπειριών, μελετών ή παρατηρήσεων. Ο όρος χρησιμοποιείται ευρέως στη ψυχολογία, την παιδαγωγική και την εκπαίδευση. Η συχνότητα χρήσης της φράσης είναι υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδίως σε ακαδημαϊκά και εκπαιδευτικά συμφραζόμενα.
Παράδειγμα προτάσεων:
Η διαδικασία μάθησης μπορεί να βελτιωθεί με αποτελεσματική ανατροφοδότηση.
Understanding the learning process is crucial for educators.
Η φράση "learning process" δεν χρησιμοποιείται συχνά ως μέρος συγκεκριμένων ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει αξίες και έννοιες.
Ιδιωματικές Εκφράσεις:
Το να αγκαλιάζουμε τη διαδικασία μάθησης οδηγεί σε προσωπική ανάπτυξη.
The ups and downs of the learning process are part of the journey.
Οι ανέσεις και οι δυσκολίες της διαδικασίας μάθησης είναι μέρος του ταξιδιού.
Patience is essential in the learning process.
Η υπομονή είναι ουσιώδης στη διαδικασία μάθησης.
Mistakes are an integral part of the learning process.
Ο όρος "learning" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "leornian", που σημαίνει "να αποκτώ γνώση", ενώ η λέξη "process" προέρχεται από τα λατινικά "processus", που σημαίνει "προχώρηση" ή "προορισμός".
Συνώνυμα: - Educational process (εκπαιδευτική διαδικασία) - Training process (διαδικασία εκπαίδευσης)
Αντώνυμα: - Ignorance (άγνοια) - Apathy (αδιαφορία)