Λέξη: lentillare
Μέρος του λόγου: Ρήμα (σπανίως χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό σε ειδικά συμφραζόμενα).
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /lɛnˈtɪl.eɪ.ɹi/
Η λέξη "lentillare" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη στην Αγγλική γλώσσα. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρεται σε τεχνικούς ή επιστημονικούς τομείς που σχετίζονται με τα λεγόμενα "lentil lenses" (φακοί που χρησιμοποιούνται στη μικροσκοπία ή σε άλλες εφαρμογές). Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, ενδέχεται να έχει ή να αποκτήσει διαφορετικές σημασίες.
Συχνότητα χρήσης: Πολύ σπάνια, κυρίως χρησιμοποιούμενη σε εξειδικευμένα συμφραζόμενα.
Χρήση: Στιγμές που σχετίζονται με τεχνικές ή επιστημονικές περιγραφές.
The lentillare design improved the clarity of the microscope.
(Ο σχεδιασμός του λεντιλάρε βελτίωσε την διαύγεια του μικροσκοπίου.)
Researchers are experimenting with lentillare optics to enhance imaging.
(Οι ερευνητές πειραματίζονται με λεντιλάρε οπτικά για να ενισχύσουν την απεικόνιση.)
Η λέξη "lentillare" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην Αγγλική. Εντούτοις, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κοντινές ή σχετικές λέξεις για να εκφράσουμε ιδέες στον επιστημονικό ή τεχνικό τομέα.
"Looking through lenticular lenses can reveal hidden details."
(Η παρατήρηση μέσω λεντιλικών φακών μπορεί να αποκαλύψει κρυφές λεπτομέρειες.)
"Advanced lenticular optics allow for 3D imaging."
(Οι προηγμένοι λεντιλικοί φακοί επιτρέπουν την τρισδιάστατη απεικόνιση.)
"The concept of lenticular imaging has revolutionized photography."
(Η έννοια της λεντιλικής απεικόνισης έχει επαναστατήσει τη φωτογραφία.)
Η λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη "lenticula", που σημαίνει "φακός" ή "κύστη". Το "lentillare" ενδέχεται να έχει αναπτυχθεί σε επιστημονικούς τομείς που σχετίζονται με την οπτική και την μικροσκοπία.
Συνώνυμα:
- Lenticular (όσον αφορά τους φακούς)
- Optical (γενικά για οπτικά στοιχεία)
Αντώνυμα:
- Non-optical (αναφορικά με στοιχεία που δεν σχετίζονται με το φως ή την όραση)
- Flat (αναφορικά με στοιχεία που δεν έχουν τρισδιάσταση ή καμπυλότητα)
Η "lentillare" είναι μια λέξη που απαιτεί εξειδικευμένο πλαίσιο για να γίνει κατανοητή και χρησιμοποιούμενη, κυρίως σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα.