Limpid - επίθετο
Waters - ουσιαστικό (πληθυντικός του water)
Brooks - ουσιαστικό (πληθυντικός του brook)
Limpid [ˈlɪmpɪd]
Waters [ˈwɔːtərz]
Brooks [brʊks]
Ο συνδυασμός "limpid waters (brooks)" περιγράφει καθαρά και διαυγή νερά που βρίσκονται σε ρυάκια. Είναι μια φράση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε γραπτό ή προφορικό λόγο και συνήθως αφορά τη φύση και το περιβάλλον.
Η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε λογοτεχνικά κείμενα ή περιγραφές τοπίων, παρόλο που μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικό λόγο όταν κάποιος περιγράφει φυσικές ομορφιές.
Οι πεζοπόροι απόλαυσαν μια ήρεμη στιγμή δίπλα στα διαυγή νερά των ρυακιών.
The artist painted a beautiful scene showcasing the limpid waters of the brooks.
Ο καλλιτέχνης ζωγράφισε μια όμορφη σκηνή που απεικόνιζε τα διαυγή νερά των ρυακιών.
On a hot summer day, the children played in the limpid waters of the nearby brooks.
Η φράση "limpid waters" δεν είναι τυπικά συνδεδεμένη με ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμπλέκεται σε ορισμένες λογοτεχνικές ή ποιητικές περιγραφές ως μεταφορά για καθαρή σκέψη ή ειρηνικές καταστάσεις.
Παρόλα αυτά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις στη λογοτεχνία: 1. The limpid waters reflected her clear thoughts. - Τα διαυγή νερά αντέφεραν τις καθαρές της σκέψεις.
Βρήκε ηρεμία δίπλα στα διαυγή νερά των ρυακιών κατά την αναθεωρητική του στιγμή.
In her poetry, she often spoke of limpid waters as a metaphor for serenity.
Brooks: Creeks, streams, rivulets.
Αντώνυμα: