Ο όρος "line system" μπορεί να λειτουργεί ως ουσιαστικό (noun) όταν αναφέρεται σε ένα σύστημα γραμμών ή διαδικασιών.
Phonetic transcription: /laɪn ˈsɪstəm/
Ο όρος "line system" αναφέρεται συνήθως σε συστήματα που σχετίζονται με διατάξεις γραμμών ή διαδικασίες που λειτουργούν σε μορφή γραμμής. Στα μαθηματικά, για παράδειγμα, μπορεί να αναφέρεται σε γραμμικά συστήματα εξισώσεων. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται σε συστήματα που οργανώνουν εργασίες ή ροές σε γραμμές.
Η χρήση του είναι συχνή και μπορεί να παρατηρηθεί σε τεχνικά κείμενα, επιστημονικές εργασίες και συζητήσεις που σχετίζονται με τη φυσική, τη μηχανική ή τη διαχείριση πόρων. Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
The railway company implemented a new line system to enhance efficiency.
Η σιδηροδρομική εταιρεία εφαρμόσε ένα νέο σύστημα γραμμών για να βελτιώσει την αποδοτικότητα.
The mathematician explained the line system of equations to his students.
Ο μαθηματικός εξήγησε το γραμμικό σύστημα εξισώσεων στους μαθητές του.
A clear line system is essential for maintaining order in manufacturing processes.
Ένα σαφές σύστημα γραμμών είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της τάξης στη διαδικασία παραγωγής.
Ο όρος "line" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Draw the line
To set a limit on what one will do.
"I don’t mind helping you, but I will draw the line at doing your homework."
"Δεν με πειράζει να σε βοηθήσω, αλλά θα βάλω ένα όριο στο να κάνω τα καθήκοντά σου."
Toe the line
To follow the rules or standards.
"Employees are expected to toe the line and adhere to company policies."
"Αναμένεται ότι οι υπάλληλοι θα συμμορφώνονται με τους κανόνες και τις πολιτικές της εταιρείας."
Get in line
To wait for one's turn.
"If you want to speak, please get in line behind those who are already waiting."
"Αν θέλεις να μιλήσεις, παρακαλώ στάσου σε σειρά πίσω από εκείνους που περιμένουν ήδη."
Ο όρος "line" προέρχεται από τη Βιολάβη Λατινική λέξη "linea", που σημαίνει "νήμα" ή "γραμμή". Ο όρος "system" προέρχεται από την Ελληνική λέξη "σύστημα", που σημαίνει "συνδυασμός στοιχείων".
Συνώνυμα: - γραμμικό σύστημα - σύστημα ροής
Αντώνυμα: - ισχυρή διαταραχή - τυχαία διάταξη