"Literatim" είναι ένας επίρρημα.
/ˌlɪtəˈreɪtɪm/
Η λέξη "literatim" χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι είναι ακριβώς όπως έχει γραφτεί ή ειπωθεί, χωρίς καμία μετατροπή ή παραλλαγή. Συνήθως χρησιμοποιείται σε επιστημονικά, νομικά ή ακαδημαϊκά κείμενα, όπου η ακρίβεια της αναφοράς είναι κρίσιμη. Η χρήση της είναι σπάνια στα καθημερινά προφορικά λόγια και πιο συχνή σε γραπτά κείμενα.
He quoted the document literatim during the presentation.
(Ανέφερε το έγγραφο αυτούσιο κατά τη διάρκεια της παρουσίασης.)
The translator provided the text literatim, which was crucial for the study.
(Ο μεταφραστής παρέσχε το κείμενο αυτούσιο, το οποίο ήταν κρίσιμο για τη μελέτη.)
Η λέξη "literatim" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά κάποιες φορές μπορεί να αναφερθεί σε ειδικές περιπτώσεις που απαιτούν απόλυτη ακρίβεια.
When preparing a legal document, every clause must be repeated literatim.
(Όταν προετοιμάζετε ένα νομικό έγγραφο, κάθε ρήτρα πρέπει να επαναληφθεί αυτούσια.)
For academic integrity, it's essential to cite sources literatim.
(Για την ακαδημαϊκή ακεραιότητα, είναι απαραίτητο να παρατίθενται οι πηγές αυτούσιες.)
The professor insisted that we transcribe the interview literatim for accuracy.
(Ο καθηγητής επέμεινε ότι πρέπει να μεταγράψουμε τη συνέντευξη αυτούσια για ακρίβεια.)
Η λέξη "literatim" προέρχεται από τα Λατινικά, όπου σημαίνει «κατά γράμμα» (littera = γράμμα).
Συνώνυμα:
- κατά λέξη
- αυτούσιο
Αντώνυμα:
- μεταφρασμένο
- τροποποιημένο
- παραφρασμένο