Ίδιος (φράση)
/ˈloʊkəl ˈɪdiəm/
Ο όρος "local idiom" αναφέρεται σε ειδικές φράσεις, εκφράσεις ή χαρακτηριστικές λέξεις που χρησιμοποιούνται από μια συγκεκριμένη κοινότητα ή γεωγραφική περιοχή. Αυτές οι εκφράσεις συχνά δεν είναι κατανοητές στους ξένους ή σε άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με τον τοπικό πολιτισμό.
Η χρήση τοπικών ιδιωματισμών είναι συχνή και στα προφορικά και στα γραπτά κείμενα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται περισσότερο σε καθημερινές συζητήσεις και τοπικές σταδιοδρομίες όπου οι άνθρωποι μοιράζονται κοινές πολιτιστικές αναφορές.
"Χρησιμοποίησε μια τοπική διάλεκτο για να περιγράψει την κατάσταση."
"Understanding the local idiom is essential when living in a new city."
Ο όρος "local idiom" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από τις πιο κοινές περιλαμβάνουν:
"Όταν ταξιδεύεις, είναι χρήσιμο να μιλάς την τοπική διάλεκτο."
"Lost in translation" (σχετίζεται με τοπικούς ιδιωματισμούς)
"Η χρήση της τοπικής τεχνολογίας τον άφησε χαμένους στη μετάφραση."
"Local flavor"
Ο όρος "idiom" προέρχεται από την ελληνική λέξη "ιδίωμα" που σημαίνει "ιδιαίτερο χαρακτηριστικό" και έχει περάσει τη διαδοχή του από τα Λατινικά "idioma". Ο όρος "local" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "localis" που σημαίνει "τοπικός".
Συνώνυμα: - Περιφερειακή διάλεκτος - Τοπική φράση
Αντώνυμα: - Παγκόσμια γλώσσα - Κυριολεκτική γλώσσα
Αυτές οι πληροφορίες συνθέτουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του όρου "local idiom" και της σημασίας του στη γλώσσα και τον πολιτισμό.