Ο όρος "local-circuit call" είναι ένα ουσιαστικό σύνθετο.
/ˈloʊ.kəl ˈsɜːr.kɪt kɔːl/
Ο όρος "local-circuit call" αναφέρεται σε μια τηλεφωνική κλήση που πραγματοποιείται εντός της ίδιας γεωγραφικής περιοχής ή κυκλώματος τηλεφωνικής υπηρεσίας. Σε γενικές γραμμές, οι τοπικές κλήσεις δεν χρεώνονται ή χρεώνονται λιγότερο σε σύγκριση με τις διεθνείς ή τις υπεραστικές κλήσεις. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της τηλεπικοινωνίας.
Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά ή επαγγελματικά περιβάλλοντα που σχετίζονται με τις τηλεπικοινωνίες, καθώς και σε καθημερινές συζητήσεις σχετικά με τηλεφωνικές υπηρεσίες. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, ενώ μπορεί να ακουστεί και στον προφορικό λόγο, αλλά δεν είναι ιδιαίτερα κοινό.
Οι τοπικές κλήσεις κυκλώματος δεν επιφέρουν επιπλέον χρεώσεις.
She prefers to make local-circuit calls to avoid high fees.
Προτιμά να κάνει τοπικές κλήσεις κυκλώματος για να αποφύγει υψηλές χρεώσεις.
The local-circuit call was clear and uninterrupted.
Ο όρος "local-circuit call" δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε κοινές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχει η δυνατότητα να μπορέσετε να δημιουργήσετε κάποιες σχετικές φράσεις με αυτόν τον όρο ή παρόμοιους όρους σχετικής χρήσης:
Κάντε μια τοπική κλήση κυκλώματος για να εξοικονομήσετε χρήματα.
Having issues with long-distance calls, I switched to local-circuit calls.
Είχα προβλήματα με τις υπεραστικές κλήσεις, οπότε άλλαξα σε τοπικές κλήσεις κυκλώματος.
Local-circuit calls are essential for communication within the city.
Ο όρος "local-circuit call" είναι σύνθεση από τρεις λέξεις: - Local: από το λατινικό "localis", που σημαίνει "τοπικός". - Circuit: από το λατινικό "circuitus", που σημαίνει "γύρος" ή "κύκλος". - Call: από το γερμανικό "cullen", που σημαίνει "να φωνάξεις" ή "να καλέσεις".
Συνώνυμα: - Τοπική κλήση - Κλήση εντός περιοχής
Αντώνυμα: - Διεθνής κλήση - Υπεραστική κλήση
Με αυτή την πληροφορία, ελπίζω να έχετε μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου "local-circuit call".