Η φράση "logical guess" είναι ουσιαστικό.
/ˈlɒdʒɪkəl ɡɛs/
Η φράση "logical guess" αναφέρεται σε μια υπόθεση ή μαντέψιμο που βασίζεται στη λογική και τη λογική σκέψη. Χρησιμοποιείται όταν κάποιος προσπαθεί να καταλήξει σε συμπεράσματα ή να προβλέψει κάτι με βάση τα δεδομένα ή την πληροφορία που έχει στη διάθεσή του. Η συχνότητά της είναι πιο υψηλή σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε επιστημονικά ή ακαδημαϊκά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο.
The teacher encouraged us to make a logical guess based on the available evidence.
Ο δάσκαλος μας ενθάρρυνε να κάνουμε μια λογική υπόθεση με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία.
Making a logical guess can sometimes lead to the right conclusion.
Η λογική υπόθεση μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει στο σωστό συμπέρασμα.
Η φράση "logical guess" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις. Όμως, μπορεί να συμπεριληφθεί σε κάποιες φράσεις που έχουν συχνή χρήση στη γλώσσα:
It's a logical guess to think that the weather will be nicer in spring.
Είναι μια λογική υπόθεση να σκεφτεί κανείς ότι ο καιρός θα είναι καλύτερος την άνοιξη.
A logical guess regarding the outcome of the game is difficult without knowing the teams.
Μια λογική υπόθεση για την έκβαση του αγώνα είναι δύσκολη χωρίς να γνωρίζουμε τις ομάδες.
Making a logical guess is often better than remaining indecisive.
Η λογική υπόθεση είναι συχνά καλύτερη από το να παραμένεις αναποφάσιστος.
Η λέξη "logical" προέρχεται από το ελληνικό "λόγος" που σημαίνει "λόγος" ή "σκεπτικό", ενώ η λέξη "guess" έχει αγγλικές ρίζες που σημαίνουν "μαντεύω" ή "υποθέτω". Η σύνθεση αμφότερων των λέξεων δημιουργεί την έννοια του λογικού μαντεψιού.
Συνώνυμα: - Rational inference - Reasoned assumption
Αντώνυμα: - Random guess - Irrational assumption