Επίθετο
/ˈlɒŋ ˈkɒl.jə.nər/
Η λέξη "long-columnar" αναφέρεται σε κάτι που έχει σχήμα μακριού κυλίνδρου ή στήλης. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει γεωμετρικά σχήματα ή βιολογικές δομές που είναι μακριές και λεπτές. Η χρήση της είναι κυρίως σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα, γι' αυτό μπορεί να εμφανίζεται συχνότερα στο γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
Το μακρόστενο σχήμα των στηλών πρόσθεσε κομψότητα στο κτίριο.
The samples displayed long-columnar growth patterns, typical of this species.
Αν και η λέξη "long-columnar" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, υπάρχουν ορισμένα πλαίσια όπου μπορεί να βρείτε υβριδικές μορφές ή εμπνευσμένα λεξιλόγια.
Έχει μια μακρόστενη άποψη για το θέμα, εστιάζοντας μόνο στο ύψος των επιχειρημάτων.
"Her long-columnar research paper was filled with extensive data."
Η μακρόστενη ερευνητική εργασία της ήταν γεμάτη εκτενή δεδομένα.
"In architecture, a long-columnar design can create a dramatic effect in space."
Η λέξη "long-columnar" αποτελείται από τη λέξη "long," η οποία προέρχεται από τη μεσαιωνική αγγλική λέξη "lang" και την λέξη "column," που προέρχεται από τη λατινική "columna," που σημαίνει "στήλη." Το επίθημα "-ar" υποδηλώνει ότι αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με τις στήλες.
Συνώνυμα: - μακρόστενος - κυλινδρικός
Αντώνυμα: - κοντός - πλατύς