Λέξη: lop-sidedness
Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /ˌlɑːpˈsaɪdəd.nəs/
Μεταφράσεις:
- ασυμμετρία
- άνιση κατανομή
Η λέξη "lop-sidedness" αναφέρεται στην κατάσταση της ασυμμετρίας ή της ανισότητας, συχνά σε σχέση με τη διανομή των βαρών ή των δυνάμεων σε κάποιο αντικείμενο ή συσκευή. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει οποιοδήποτε σχήμα ή κατάσταση που δεν είναι σωστά ισορροπημένο. Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη χρήση σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα.
Η lop-sidedness του πίνακα ήταν εμφανής όταν τον κοίταξε από κοντά.
The lop-sidedness of the table was evident when he looked at it closely.
Η lop-sidedness της απόδοσης των μαθητών ήταν ανησυχητική.
The lop-sidedness of the students' performance was concerning.
Η lop-sidedness του σχεδίου τους οδήγησε σε περισσότερα προβλήματα από ό,τι ανέμεναν.
The lop-sidedness of their design led to more problems than they expected.
Η λέξη "lop-sidedness" δεν είναι συνυφασμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποια παραδείγματα για να αναδείξει την έννοια της ασυμμετρίας και της ανισότητας:
The project suffered from lop-sidedness in resource distribution.
Το έργο υπέφερε από ασυμμετρία στην κατανομή πόρων.
Lop-sidedness in the arguments made it challenging to find common ground.
Η ασυμμετρία στις επιχειρηματολογίες το καθιστούσε δύσκολο να βρεθεί κοινό έδαφος.
There was a lop-sidedness in their relationship that concerned their friends.
Υπήρχε μια ασυμμετρία στη σχέση τους που ανησυχούσε τους φίλους τους.
The lop-sidedness of his opinions made it hard for him to understand the other side.
Η ασυμμετρία των απόψεών του του καθιστούσε δύσκολο να κατανοήσει την άλλη πλευρά.
In many sports, lop-sidedness can indicate a lack of skill or preparation.
Σε πολλά αθλήματα, η ασυμμετρία μπορεί να υποδηλώνει έλλειψη δεξιοτήτων ή προετοιμασίας.
Η λέξη "lop-sidedness" προέρχεται από το "lop-sided", το οποίο είναι ένα σύνθετο επίθετο που σημαίνει "ασύμμετρος" και το οποίο περιλαμβάνει το "lop" (που δηλώνει τη δράση του κόψιμου ή της αφαίρεσης) και το "sided", που δηλώνει την πλευρά ή την κατεύθυνση. Το "ness" προστίθεται για να μετατρέψει το επίθετο σε ουσιαστικό.
Συνώνυμα:
- ασυμμετρία
- ανισορροπία
- άνιση κατάσταση
Αντώνυμα:
- συμμετρία
- ισορροπία
- ομοιομορφία