Η φράση "lord and master" είναι ουσιαστικό και περιλαμβάνει δύο ουσιαστικά: "lord" (κύριος) και "master" (αφέντης).
Η φράση "lord and master" αναφέρεται σε κάποιον που έχει απόλυτη εξουσία ή έλεγχο πάνω σε άλλους. Συχνά χρησιμοποιείται με ειρωνικό τόνο ή για να περιγράψει μια δυναμική σχέσης εξουσίας. Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να συναντηθεί σε προφορικές συνομιλίες.
Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του κύριο και αφέντη του βασιλείου του.
In the relationship, she felt like the lord and master while he followed her lead.
Η φράση "lord and master" συχνά χρησιμοποιείται σε αντίστοιχες ιδιωματικές εκφράσεις:
Δρα σαν να είναι ο κύριος και αφέντης όλων γύρω του.
In our group, she’s the lord and master of decisions.
Στην ομάδα μας, είναι ο κύριος και αφέντης των αποφάσεων.
Don’t let anyone treat you like a lord and master.
Μην επιτρέψεις σε κανέναν να σε αντιμετωπίζει σαν κύριο και αφέντη.
In the office, he has become the lord and master of all projects.
Στο γραφείο, έχει γίνει ο κύριος και αφέντης όλων των έργων.
To him, love meant being the lord and master.
Για εκείνον, η αγάπη σήμαινε να είναι ο κύριος και αφέντης.
She often teased him by calling him her lord and master.
Συχνά τον πείραζε αποκαλώντας τον κύριο και αφέντη της.
His attitude made it clear that he saw himself as the lord and master of the household.
Η στάση του καθόρισε ότι έβλεπε τον εαυτό του ως τον κύριο και αφέντη του σπιτιού.
They jokingly referred to their pet as the lord and master of their home.
Ο "lord" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "lorde", που με τη σειρά της έχει ρίζες στην παλαιά Αγγλική "hlāford". Ο "master" προέρχεται από την παλαιά Γαλλική "maistre" και την Λατινική "magister".
Συνώνυμα: - sovereign (κυρίαρχος) - ruler (άρχοντας)
Αντώνυμα: - servant (υπηρέτης) - subordinate (κατώτερος)