Φράση
/lubrəˌkeɪtɪŋ ˈpaʊər/
Η φράση "lubricating power" αναφέρεται στη ικανότητα ενός λιπαντικού να μειώνει τη θερμότητα και την τριβή ανάμεσα σε κινούμενα μέρη. Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικούς και μηχανικούς τομείς. Η συχνότητα χρήσης της φράσης είναι μεγαλύτερη σε τεχνικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα σε γραπτή μορφή, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί προφορικά σε συζητήσεις που σχετίζονται με μηχανές και υλικά.
Η λιπαντική δύναμη του λαδιού βοηθάει στην επιμήκυνση της ζωής του κινητήρα.
Always check the lubricating power of the grease before applying it to the bearings.
Στην Αγγλική γλώσσα, η φράση "lubricating power" δεν είναι συνήθως μέρος γνωστών ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, η έννοια της λιπαντικότητας και της αποφυγής τριβής μπορεί να ενταχθεί σε κάποιες ιδιωματικές φράσεις σχετικές με τη λειτουργία μηχανών ή διαδικασιών.
Η επιτυχία του έργου βασίζεται στη λιπαντική δύναμη της ομαδικής εργασίας.
"In negotiations, it's important to use the lubricating power of compromise."
Στις διαπραγματεύσεις, είναι σημαντικό να χρησιμοποιήσεις τη λιπαντική δύναμη της συμβιβαστικής λύσης.
"Good communication provides the lubricating power for any relationship."
Η λέξη "lubricating" προέρχεται από το λατινικό "lubricare", που σημαίνει "να λιπαίνεις", και έχει τονίσει την έννοια της μειωμένης τριβής. Ο όρος "power" προέρχεται από το λατινικό "potere", που σημαίνει "να μπορείς". Μαζί, σχηματίζουν την έννοια της ικανότητας να μειώνεις την τριβή.
Συνώνυμα: - Lubrication effectiveness - Lubricant efficiency
Αντώνυμα: - Frictional resistance - Abrasive force
Αυτή είναι μια ολοκληρωμένη ανάλυση της φράσης "lubricating power", καλύπτοντας διάφορες πτυχές της.