Ο συνδυασμός λέξεων "lumbosacral root" αναφέρεται σε ένα ουσιαστικό στη γλώσσα Αγγλικά.
[lʌmboʊsækrəl ruːt]
Η λουμπόσκια ρίζα (lumbosacral root) αναφέρεται στις ρίζες των ερμάτων που προέρχονται από τη μεσοσπονδύλια περιοχή στην πλάτη και το ιερό τμήμα της σπονδυλικής στήλης. Αυτές οι ρίζες εμπλέκονται στη νευρική λειτουργία που συνδέει τις κάτω άκρες με τον νωτιαίο μυελό. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιγράμματα ιατρικών και ανατομικών θεμάτων. Η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτά πλαίσια (ιατρικές εκθέσεις, αναφορές) παρά σε προφορικό λόγο.
Η λουμπόσκια ρίζα είναι κρίσιμη για την κίνηση των κάτω άκρων.
Injuries to the lumbosacral root can lead to significant mobility issues.
Η βασική φράση "lumbosacral root" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, σχετικές ιατρικές ή ανατομικές εκφράσεις μπορεί να προκύψουν από την περιοχή.
Το σύνδρομο λουμπόσκιας ρίζας μπορεί να προκαλέσει ακτινοβόλο πόνο.
"Understanding the lumbosacral root innervation is vital for proper diagnosis."
Η κατανόηση της νεύρωσης της λουμπόσκιας ρίζας είναι ζωτικής σημασίας για τη σωστή διάγνωση.
"Damage to the lumbosacral root might require surgical intervention."
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "lumbus" που σημαίνει "οσφυϊκή" και "sacrum" που αναφέρεται στο ιερό οστό, σε συνδυασμό με την “root” που σημαίνει “ρίζα”.
Αυτή η ανάλυση παρέχει λεπτομέρειες για την έννοια και τη χρήση του όρου "lumbosacral root" στη γλώσσα Αγγλικά.