lyrical - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

lyrical (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "lyrical" αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με ή έχει τις ιδιότητες της ποίησης, συνήθως με μια μελωδική ή συναισθηματική διάσταση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη γραφή που έχει υπερβολικό συναισθηματισμό ή τη μουσική που είναι φτιαγμένη για να προκαλέσει συναισθήματα.

Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη "lyrical" συχνά χρησιμοποιείται για περιγραφές έργων τέχνης, κυρίως στη μουσική και την ποίηση. Είναι συχνή και στις δύο μορφές λόγου, αν και ίσως χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτά κείμενα που αναλύουν ή κριτικάρουν τέχνη.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The song has a lyrical quality that captivates the audience.
    (Το τραγούδι έχει μια λυρική ποιότητα που αιχμαλωτίζει το κοινό.)

  2. She delivered a lyrical poem that touched everyone's hearts.
    (Αυτή παρουσίασε ένα λυρικό ποίημα που άγγιξε τις καρδιές όλων.)

  3. The author's lyrical descriptions paint vivid pictures in the reader's mind.
    (Οι λυρικές περιγραφές του συγγραφέα ζωγραφίζουν ζωντανές εικόνες στο μυαλό του αναγνώστη.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "lyrical" χρησιμοποιείται σπάνια σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε περιγραφές ή ιδεολογίες σχετικά με τη μουσική και την ποίηση.

  1. His lyrical genius shines through in every line of the song.
    (Η λυρική του ιδιοφυΐα λάμπει σε κάθε στίχο του τραγουδιού.)

  2. The lyrical beauty of her voice made the performance unforgettable.
    (Η λυρική ομορφιά της φωνής της έκανε την παράσταση αξέχαστη.)

  3. She wrote with a lyrical touch that transformed simple stories into art.
    (Έγραφε με μια λυρική πινελιά που μετέτρεπε τις απλές ιστορίες σε τέχνη.)

  4. The film is filled with lyrical moments that evoke deep emotions.
    (Η ταινία είναι γεμάτη λυρικές στιγμές που προκαλούν βαθιά συναισθήματα.)

  5. His lyrical talent allowed him to connect with audiences on a personal level.
    (Το λυρικό του ταλέντο του επέτρεψε να συνδεθεί με το κοινό σε προσωπικό επίπεδο.)

  6. The lyrical style of the book makes it a joy to read.
    (Η λυρική στιλιστική του βιβλίου το καθιστά ευχάριστο να διαβάζεται.)

  7. Many songs are praised for their lyrical depth and emotional resonance.
    (Πολλά τραγούδια επαινούνται για τη λυρική τους βάθος και συναισθηματική αντήχηση.)

  8. She prefers artists whose lyrics have a lyrical quality.
    (Προτιμά καλλιτέχνες των οποίων οι στίχοι έχουν λυρική ποιότητα.)

Ετυμολογία

Η λέξη "lyrical" προέρχεται από τη Γαλλική "lyrique", η οποία με τη σειρά της προήλθε από το Λατινικό "lyrica", και αυτό από το Ελληνικό "λυρικός (lyrikos)", σχετικό με τη λύρα (lyra), που είναι ένα μουσικό όργανο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024