Ουσιαστικό
/məˈʃinəri hɔl/
Ο όρος "machinery hall" αναφέρεται σε έναν χώρο ή αίθουσα όπου βρίσκονται εγκατεστημένα μηχανήματα, συνήθως για βιομηχανικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς. Στις εκθέσεις και τα μουσεία, η αίθουσα αυτή μπορεί να φιλοξενεί διάφορα μηχανήματα που αναδεικνύουν την τεχνολογία ή την εξέλιξη της μηχανικής. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο σε σχετικά συμφραζόμενα.
Το πανεπιστήμιο άνοιξε μια νέα αίθουσα μηχανημάτων για να πειραματίζονται οι φοιτητές μηχανικής με διάφορες συσκευές.
During the exhibition, the machinery hall showcased the latest innovations in industrial technology.
Κατά την έκθεση, η αίθουσα μηχανημάτων παρουσίασε τις τελευταίες καινοτομίες στη βιομηχανική τεχνολογία.
The machinery hall was filled with the sounds of engines and tools at work.
Η φράση "machinery hall" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιγραφές που σχετίζονται με τη βιομηχανία και την τεχνολογία:
Διοργάνωσαν ένα σεμινάριο στην αίθουσα μηχανημάτων για να συζητήσουν τις προόδους στην αυτοματοποίηση.
"Walking through the machinery hall, you can really appreciate the complexity of modern engineering."
Περπατώντας μέσα στην αίθουσα μηχανημάτων, μπορείτε να εκτιμήσετε πραγματικά την πολυπλοκότητα της σύγχρονης μηχανικής.
"The guided tour through the machinery hall revealed secrets of past manufacturing processes."
Η λέξη "machinery" προέρχεται από τη λατινική λέξη "machina" που σημαίνει "μηχανή", ενώ η λέξη "hall" προέρχεται από την αρχαία αγγλική "heall" που σημαίνει "αίθουσα" ή "χώρος".
Συνώνυμα: - machine room (αίθουσα μηχανών) - workshop (εργαστήριο)
Αντώνυμα: - open space (ανοιχτός χώρος) - outdoor area (υπαίθρια περιοχή)