Ο όρος "main staircase" αναφέρεται στην κύρια σκάλα ενός κτιρίου, η οποία συνήθως είναι η πιο σημαντική ή κεντρική σκάλα που χρησιμοποιείται για να συνδέσει διαφορετικούς ορόφους. Είναι συνήθως ευρύχωρη και μπορεί να διαδραματίσει διακοσμητικό ρόλο, καθώς και λειτουργικό.
Η κύρια σκάλα οδηγεί με κομψότητα στους ανώτερους ορόφους του κτιρίου.
We installed new carpet on the main staircase to improve safety.
Εγκαταστήσαμε νέο χαλί στην κύρια σκάλα για να βελτιώσουμε την ασφάλεια.
The main staircase is the focal point of the grand entrance hall.
Η έκφραση "main staircase" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με κάποιες φράσεις που περιγράφουν τη χρήση ή τη σημασία της.
"Πάρε την κύρια σκάλα για να φτάσεις στην αίθουσα δεξιώσεων."
"The art pieces were displayed on the landing of the main staircase."
"Τα έργα τέχνης εκτίθεντο στην πλατφόρμα της κύριας σκάλας."
"During the renovation, we decided to enhance the main staircase's lighting."
Η λέξη "main" προέρχεται από το γαλλικό "main" που σημαίνει "κύριος" ή "βασικός". Η λέξη "staircase" προέρχεται από το παλαιό γαλλικό "estair" που σημαίνει "σκάλα" και το "case" που αναφέρεται σε δομή ή κατασκευή.
primary staircase
Αντώνυμα: