Φράση (Noun phrase)
/ˈmeɪn.tə.nəns pɜrˈsɒn.əl/
Ο όρος "maintenance personnel" αναφέρεται σε άτομα που είναι υπεύθυνα για τη συντήρηση και επισκευή εξοπλισμού, κτηρίων ή υποδομών. Αυτοί οι επαγγελματίες παίζουν κρίσιμο ρόλο στη διασφάλιση της λειτουργίας και της ασφάλειας των εγκαταστάσεων και των μηχανημάτων.
Η φράση χρησιμοποιείται συχνά στον επαγγελματικό και βιομηχανικό τομέα, αναφερόμενη καταρχάς σε μια ομάδα ατόμων που εκτελούν έργα συντήρησης. Χρησιμοποιείται και σε γραπτές και προφορικές καταστάσεις, αν και συχνά συναντάται περισσότερο σε γραπτές αναφορές ή επαγγελματική επικοινωνία.
Το προσωπικό συντήρησης είναι υπεύθυνο για την καλή λειτουργία των μηχανημάτων.
We need to hire additional maintenance personnel to handle the increased workload.
Πρέπει να προσλάβουμε επιπλέον προσωπικό συντήρησης για να διαχειριστούμε τον αυξημένο φόρτο εργασίας.
The maintenance personnel conducted a routine inspection of the building.
Ο όρος "maintenance personnel" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετικές εκφράσεις σχετικά με τη συντήρηση ή την ευθύνη μπορεί να παρατηρηθούν:
Το προσωπικό συντήρησης βρίσκει πάντα τρόπους να κρατά το σύστημα σε λειτουργία.
"In good hands" (Well taken care of)
Με εξειδικευμένο προσωπικό συντήρησης, ο εξοπλισμός είναι στα καλά χέρια.
"On top of things" (Well organized and proactive)
Η λέξη "maintenance" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "entretenir", που σημαίνει "να κρατώ στα χέρια" ή "να διατηρώ". Η λέξη "personnel" προέρχεται από το λατινικό "personalis", που σημαίνει "ατομικός" ή "προσωπικός".
Συνώνυμα: - Maintenance staff (προσωπικό συντήρησης) - Repair team (ομάδα επισκευών)
Αντώνυμα: - Neglect (παράλειψη) - Abandonment (εγκατάλειψη)