major groove: Υποκοριστικό (φράση)
/mˈeɪdʒər ɡruːv/
Η φράση "major groove" αναφέρεται στο βιομοριακό πλαίσιο, ειδικότερα στη δομή του DNA. Οι κύριες αυλάκια είναι οι μεγάλες αυλακίες μεταξύ των αλυσίδων του DNA, όπου διάφορες πρωτεΐνες μπορούν να αλληλεπιδρούν με το DNA και να επιδρούν σε διαδικασίες όπως η μεταγραφική ρύθμιση και η αναγνώριση βάσεων.
Η χρήση του "major groove" είναι περισσότερο συνηθισμένη σε επιστημονικά και βιολογικά κείμενα και λιγότερο στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Η κύρια αυλάκια του μορίου DNA είναι απαραίτητη για την πρόσδεση πρωτεϊνών.
Researchers have studied the interactions that occur in the major groove of DNA.
Οι ερευνητές έχουν μελετήσει τις αλληλεπιδράσεις που συμβαίνουν στην κύρια αυλάκια του DNA.
Mutations in the sequence can affect how proteins interact with the major groove.
Η φράση "major groove" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν πολλές σημαντικές εκφράσεις γύρω από την επιστήμη του DNA και τη βιολογία.
"Να βρουν ένα ρυθμό στην κύρια αυλάκια" – Αυτό θα μπορούσε να αναφέρεται στην κατανόηση του πώς οι πρωτεΐνες πλοηγούνται στις πολυπλοκότητες της δέσμευσης DNA.
"Binding preferences in the major groove" – This might describe how certain molecules interact more favorably in the major groove.
Η φράση "major groove" προέρχεται από τη δομή του DNA όπου "major" σημαίνει "μεγάλος" και "groove" αναφέρεται σε μια αυλάκια ή κοιλότητα. Η χρήση των όρων αυτών στο βιολογικό περιβάλλον χρονολογείται από την ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA στη δεκαετία του 1950.
Συνώνυμα: - Principal groove - Large groove
Αντώνυμα: - minor groove (μικρό αυλάκι)
Έτσι, η φράση "major groove" ανήκει σε ένα ειδικό επιστημονικό λεξικό και έχει καρποφορήσει μεγάλη σημασία στη μοριακή βιολογία.