mammal - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mammal (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Ο όρος "mammal" αναφέρεται σε μία κατηγορία ζωντανών οργανισμών που ανήκουν στο βασίλειο των θηλαστικών. Αυτά τα ζώα χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι έχουν τρίχωμα (ή τρίχες) στο σώμα τους και θηλάζουν τους απογόνους τους με γάλα που παράγεται από ειδικούς αδένες. Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με αρκετή συχνότητα, ιδίως σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα χρήσης

  1. The dolphin is a mammal living in the ocean.
  2. Η δελφίνι είναι ένα θηλαστικό που ζει στον ωκεανό.

  3. Humans are classified as mammals because they give birth to live young.

  4. Οι άνθρωποι κατατάσσονται ως θηλαστικά γιατί γεννάνε ζωντανά νεογέννητα.

  5. The study of mammals includes their behavior and habitat.

  6. Η μελέτη των θηλαστικών περιλαμβάνει τη συμπεριφορά και τον βιότοπό τους.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "mammal" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να αναφερθεί σε ορισμένα θέματα ή χαρακτηριστικά που σχετίζονται με αυτά.

  1. Mammals are at the top of the food chain.
  2. Τα θηλαστικά είναι στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας.

  3. Being a warm-blooded mammal has its advantages in colder climates.

  4. Το να είσαι θερμόαιμο θηλαστικό έχει τα πλεονεκτήματά του σε ψυχρότερα κλίματα.

  5. The mammal exhibit at the zoo is very popular with visitors.

  6. Η έκθεση των θηλαστικών στο ζωολογικό κήπο είναι πολύ δημοφιλής στους επισκέπτες.

Ετυμολογία

Η λέξη "mammal" προέρχεται από το λατινικό "mamma", που σημαίνει "μάθος" ή "θηλή", με την έννοια της θηλαστικής αναπαραγωγής.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτό το υλικό παρέχει μια συνολική εικόνα για τη λέξη "mammal", εξετάζοντας τη σημασία, τη χρήση, και τα χαρακτηριστικά της στην αγγλική γλώσσα.



25-07-2024